Αυτό το ποίημα του Ιάκωβου Πολυλά ήταν το μοναδικό κείμενο που μου άρεζε ποτέ απο το μάθημα λογοτεχνίας
Όταν στα βάθη της νυκτός με περιζώνει
άκρα θαλάσσης, ουρανού και γης ειρήνη,
το πνεύμα, οπού στην ταραχήν του κόσμου σβήνει
σιγά την μυστικήν ζωήν του ανανεώνει
των πόθων όλων και παθών αγάλι οι πόνοι
παύουν, καθώς στον νουν απλώνετ' ευφροσύνη,
ο αιθέρας, οπού αρχήθεν η ψυχή μου κλίνει,
ήσυχη ορμή προς κόσμον άλλον με φτερώνει.
Και όσα πνεύματα εδώ στα πλάσματά τους είδα,
ακαθρέφτιστα εκέι θωρεί τα η φαντασία,
και όταν θαρρώ πως την χρυσήν πατώ βαθμίδα
όπου αντηχεί ψηλάθε απέραντη αρμονία,
θαμπή στιγμή την ιλαρή μου παίρνει ελπίδα
με ουράνιο λάλημα να ειπώ τραγούδια θεία