Acrobase  

Καλώς ήρθατε στην AcroBase.
Δείτε εδώ τα πιο πρόσφατα μηνύματα από όλες τις περιοχές συζητήσεων, καθώς και όλες τις υπηρεσίες της AcroBase.
H εγγραφή σας είναι γρήγορη και εύκολη.

Επιστροφή   Acrobase > Πολιτιστικά > Λογοτεχνία
Ομάδες (Groups) Τοίχος Άρθρα acrobase.org Ημερολόγιο Φωτογραφίες Στατιστικά

Notices

Δεν έχετε δημιουργήσει όνομα χρήστη στην Acrobase.
Μπορείτε να το δημιουργήσετε εδώ

Απάντηση στο θέμα
 
Εργαλεία Θεμάτων Τρόποι εμφάνισης
  #16  
Παλιά 19-01-13, 16:53
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας
Τετράγωνα στον κύκλο…

Εκεί που λέγαμε μήνες έχει να βρέξει, μας τα έκανε «μούσκεμα» αυτή δεν ήταν βροχή, καταιγίδα ήταν και μάλιστα διαρκείας. Με τ’ αστροπελέκια της και το χαλάζι της, που δεν άφησε κηπευτικό να μην το ισοπεδώσει, μα και αυτοκίνητο με παρμπρίζ δίχως ράγισμα.
- Θεομηνία ήταν, συμπλήρωσε ο συνονόματος μου και συνομήλικος μου μοναχικός ένοικος του Α1 διαμερίσματος της πολυκατοικίας μου.
- Καλημέρα Γιάννη, κρυφάκουγες τα «μουρμουρίσματα» μου, έτσι;
- Όχι, μα κατάλαβα, βλέποντας σε, να κοιτάζεις τα «μπάζα» που γέμισαν τον δρόμο. Και να ξέρεις, θα παραμείνουν μέρες, ποιος θα τα καθαρίσει, απεργία έχουν πάλι οι υπάλληλοι στους δήμους.
Μια χαρά άνθρωπος ο κυρ Γιάννης, χρόνια στη Γερμανία, εργάτης στα εργοστάσια. Παντρεύτηκε γερμανίδα και έχει δυο παιδιά, ένα γιό και μια κόρη, που αμφιβάλω αν τα έχει δει μια, δυο φορές στα είκοσι χρόνια που μένει εδώ. Χώρισε σχετικά νωρίς κι’ έτσι μένει μόνος του, όπως τόσοι και τόσοι συνάνθρωποι μας.

Λίγη ανηφόρα είναι μα χρειάζεται, να καθαρίζουν απ’ τ’ αγριόχορτα και τα στενορύμια της καρδιάς.
- Καλημέρα πάτερ, μια στιγμή ν’ ανάψω ένα κεράκι στον άγιο Νεκτάριο.
- Με την ησυχία σου, μου είπε ο πάτερ Θεοφάνης, ο εφημέριος του ναού που τον πρόλαβα την ώρα που έκλεινε την εκκλησία.
- Μα τι έγινε, στο παρακάτω σπίτι και είναι η αστυνομία εκεί;
- Διαρρήκτες μπήκαν από ότι έμαθα τη νύχτα, έδεσαν το ηλικιωμένο ζευγάρι και πήραν ότι πολύτιμο βρήκαν, στο τέλος τους τραυμάτισαν σοβαρά στο κεφάλι και τώρα κινδυνεύει και η ζωή τους.
- Που θα πάει αυτή η κατάσταση πάτερ, μου λέτε;
- Δεν ξέρω, από το κακό στο χειρότερο πάμε.
- Καλά, τους έδεσαν, τους λήστεψαν, γιατί τους τραυμάτισαν μετά;
- Γι’ αυτούς η ζωή φαίνεται δεν έχει καμιά αξία.

Μου αρέσει αυτό το μεγάλο σούπερ μάρκετ, δεν αφήνω κανένα σημείο ανεξερεύνητο, τα ποιο απίθανα προϊόντα βρίσκει κανείς.
Σ’ αυτό εδώ το βάζο, η ετικέτα γράφει «κάμπιες» των νεκρών δέντρων.
Ποιος να τα αγοράζει άραγε αυτά τα περίεργα, (φαγητά); Εντάξει οι άνθρωποι που ζουν ακόμα σε ζούγκλες το καταλαβαίνω, μα εδώ ο δήθεν πολιτισμένος κόσμος τις κάμπιες θα αγοράσει;
- Συγνώμη, να ρωτήσω κάτι; Είπα στην κοπέλα του καταστήματος.
- Παρακαλώ κύριε ότι θέλετε.
- Έτσι από περιέργεια, αυτές εδώ τις κάμπιες ποιος τις αγοράζει και γιατί; Η τιμή που αναγράφεται στην ετικέτα, ξεπερνά ίσως και το( μαύρο χαβιάρι).
- Τις αγοράζουν ορισμένοι, μα όχι να τις φάνε, για να δείξουν σε κάποιο τραπέζι, στους καλεσμένους τους δηλαδή, πως διαφέρουν, πως είναι πλούσιοι κι’ ας μην έχουν την επομένη μια δεκάρα.
- Και γιατί να το κάνουν αυτό;
- Να φανεί πως έχουν το χρήμα, γιατί σήμερα αν έχεις χρήματα, έχεις και φίλους, δεν έχεις, δεν αξίζεις ούτε το καλημέρα.
Το έχει φιλοσοφήσει το (πράμα) η κοπελιά. (Σπίρτο) είναι.

- Χαιρετώ το Χρήστο τον φίλο μου, πως πάνε τα κέφια σήμερα; Το νερό της βροχής βλέπω έφτασε μέχρι το περίπτερο σου.
- Καλημέρα Γιάννη, ναι παρά λίγο να μας κάνει ζημιά, ποτάμι ο δρόμος. Όμως μη ψάχνεις, δε βγήκε η εφημερίδα σου σήμερα.
- Δε βγήκε; Πάνε για κλείσιμο μου φαίνεται.
- Και πολύ κράτησε. Από τότε που τους έκοψαν τις πλούσιες διαφημίσεις και τα δανεικά κι’ αγύριστα, τέρμα και τα μεγαλεία. Μη κοιτάς που δεν φαίνεται το χρώμα στο χαρτί, η πένα τους έχει την μπογιά, πράσινη, μπλε, κόκκινη.
- Όπως τα καφενεία, κόμμα και χρώμα.
- Τα λέμε, καλό μεσημέρι Χρήστο, χαιρετισμούς.
- Στο καλό Γιάννη.

Ένα «τσουβάλι» φακέλους έχει πετάξει ο ταχυδρόμος κάτω από την πόρτα, λογαριασμοί της ΔΕΗ της ΕΥΔΑΠ κλπ.
Α βρε Γιώργο, δεν με άκουσες, μια υπέροχη οικογένεια και τη διέλυσες για τα μάτια της αλλοδαπής νέας. Και τώρα;
Τον Γιώργο τον γνώριζα από παλιά, (έξυπνος) μα και τίμιος άνθρωπος.
Τον ξαναβρήκα ύστερα από χρόνια στη γειτονιά μου, επαγγελματία μα και καλό οικογενειάρχη, τρεις γυναίκες είχε, τη γυναίκα του και τις δυο του κόρες. Το βουλκανιζατέρ του, μεγάλο και με καλή πελατεία. Άρχισε όμως τα (τσιλημπουρδήματα) με κάποια εισαγόμενη (πεταλουδίτσα) που γνώρισε ένα βράδυ σε κάποιο μπαρ και έτσι αντικατέστησε τα λάστιχα των αυτοκινήτων, με την αγκαλιά της πονηρής αλλοδαπής.
Σε κάποια επαρχιακή πόλη λένε, πως άνοιξε καινούργια επιχείρηση, δηλαδή μπαρ, για χατίρι της (κυρίας) τι άλλο θα μπορούσε να κάνει.
Ένα χρόνο τώρα οι γυναίκα του και οι ομολογουμένως όμορφες κόρες του, δεν κατάφεραν να βγάλουν άκρη με τα δικαστήρια, χρέη πολλά στους προμηθευτές, στα ενοίκια, στην εφορία κλπ. Φαίνεται πως ο αθεόφοβος είχε την επιχείρηση στο όνομα της γυναίκας του.
Δεν μπορώ να το πιστέψω, κρίμα. Γιατί βρε Γιώργο; Γιατί;

- Καλημέρα (Δεσποινάκι) μου τι κάνεις;
- Καλημέρα Γιάννη μου, καλά είμαι, όμως εσύ χάθηκες, «μαύρα μάτια».
- Πότε εφημερεύει το φαρμακείο, να περάσω να σου κάνω παρέα;
- Την Κυριακή το βράδυ, μέχρι τα μεσάνυχτα, να σε περιμένω;
- Και βέβαια να με περιμένεις. Τον Χάρη τι τον έκανες σήμερα;
- Στην τράπεζα και μετά εφορία.
Είναι ωραίο λοιπόν να έχεις φίλους, φίλους καλούς. Με τον Χάρη και τη γυναίκα του τη Δέσποινα, είμαστε χρόνια φίλοι. Καμιά φορά τους κάνω παρέα, όταν το φαρμακείο τους διανυχτερεύει, η θέση μου; Στο ταμείο φυσικά, η ειδικότητα μου (αποκτηθείσα εν τω στρατεύματι).
Οι άνθρωποι κινδυνεύουν από τους διάφορους ναρκομανείς μα και τους «εισαγόμενους λωποδύτες».
Περάσανε τα χρόνια, που τα καλοκαίρια κοιμόμασταν στα μπαλκόνια ή στα δώματα των σπιτιών, τώρα κάναμε τα σπίτια φυλακές, σιδεριές παντού.
- Γιάννη, μη φύγεις αν δεν έχεις δουλειά, μείνε λίγο, δε μ’ αρέσει ο (τύπος) απέναντι στο πεζοδρόμιο.
- Εντάξει Δέσποινα, θα μείνω λίγο ακόμα, εξ’ άλλου στον σημερινό κύκλο έμεινε μόνο το τελευταίο (τετράγωνο) ο φούρνος.
- Εγώ σου λέω να διαγράψεις το τετράγωνο του φούρνου.
- Και γιατί Δεσποινάκι μου, ζύμωσες και δεν το ξέρω;
- Έκλεισε, πως και δεν το γνωρίζεις; Θα πρέπει να πας ποιο κάτω, στο άλλο τετράγωνο.
- Έκλεισε; Τώρα θα μου πεις, αυτός γιατί να αποτελέσει εξαίρεση, τα περισσότερα καταστήματα εδώ της περιοχής έκλεισαν…
- Τελικά δε θα καταφέρεις να τετραγωνίσεις τον κύκλο.
- Λάθος κάνεις ομορφιά μου, τα όνειρα μπορούν, γι’ αυτό κι’ εγώ αφήνω τις νύχτες πάντα μια χαραμάδα για τα φιλαράκια της ζωής.

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην justin για αυτό το μήνυμα:
Xenios (19-01-13)
  #17  
Παλιά 22-01-13, 18:46
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας
Πιο πέρα απ’ την αγάπη…

- Σιγά βρε Ουρανία, όλο γκρίνια είσαι, άλλη φορά δεν έρχομαι μαζί σου στη λαϊκή, μας πήρε ο κόσμος (χαμπάρι) και γελάει, είπε ο κυρ Μανώλης στη γυναίκα του.
Τι σου έφταιξε ο άνθρωπος με τις πατάτες, ή ο άλλος με τα σαλιγκάρια, σαλιγκάρια θα αγόραζες και σου φάνηκαν ακριβά.
Και που ξέρεις εσύ από αυτά, πήγες καμιά φορά στο βουνό να μαζέψεις;
- Εντάξει, άσε τα σαλιγκάρια, οι πατάτες όμως; Κοντά ένα ευρώ το κιλό, που ξανακούστηκε αυτό, παραγωγός είναι, δεν μπορεί να τις πουλάει στη λαϊκή ποιο ακριβά από το σούπερ μάρκετ.
Τώρα Μανώλη μου λες να μη γκρινιάζω, το συνεργείο καθαρισμού έρχεται κάθε Δευτέρα, τι τους έπιασε σήμερα Σάββατο, που έχει και λαϊκή και γέμισαν τον κόσμο νερά; Ορίστε το καροτσάκι με τα ψώνια λερώθηκε.
- Εσύ κυρά μου του συνεργείου είσαι; Ρώτησε η Ουρανία τη γυναίκα, που εκείνη την ώρα τα σκαλοπάτια της εισόδου της πολυκατοικίας καθάριζε.
- Όχι κυρία, εγώ ανέλαβα να καθαρίζω από σήμερα.
Και ποιος προσέλαβε εσένα και έδιωξε το συνεργείο, ποιος κάνει κουμάντο εδώ μέσα;
- Κυρία Ουρανία, μη φωνάζετε, το συνεργείο καθαρισμού σταμάτησε, νομίζω πρόβλημα με την εφορία είχε και μέχρι τη γενική συνέλευση θα μας καθαρίζει η Κατερίνα, που βλέπετε το πρόβλημα, της είπε η διαχειρίστρια της πολυκατοικίας η κυρία Δήμητρα.
- Άκουσε Δήμητρα, εδώ μέσα τα περισσότερα χιλιοστά όπως γνωρίζεις τα έχω εγώ και επομένως ότι λέω εγώ γίνεται.
Απαιτώ λοιπόν να φύγει αμέσως αυτή η γυναίκα από εδώ, δεν την βλέπεις, σκύβει και φαίνονται όλα.
- Φόρμα φοράει η γυναίκα, για όνομα του θεού, ράσο θα βάλει καλοκαιριάτικα, της είπε ο Μανώλης ο άντρας της.
- Εμ βέβαια, τις (παρδαλές) θα υποστηρίξετε εσείς οι άντρες.
- Εντάξει κυρία Ουρανία, βρείτε λοιπόν εσείς κάποιον να καθαρίζει από εδώ και μπρος την πολυκατοικία, της απάντησε η διαχειρίστρια.
- Κατερίνα μου, έλα εδώ, κάτι σκέφτηκα και έκανα λάθος που δεν σου το είπα από την αρχή, της είπε η κυρία Δήμητρα .
Μη κλαις, έλα να πιούμε ένα καφεδάκι και θα σου πω, κάτι έχω στο μυαλό μου.

Για την Κατερίνα, δεν είναι η πρώτη φορά που της φέρονται οι άνθρωποι έτσι, από μικρή στα βάσανα. Φαίνεται πως το να είναι μια γυναίκα πολύ όμορφη μα ταυτόχρονα και τίμια, δεν είναι και η καλύτερη συνταγή.

Η Κατερίνα ζούσε με τους γονείς της στην Αθήνα. Μοναχοκόρη ήταν κι’ έτσι είχε και το ένα χάδι παραπάνω, ήταν η μεγάλη αγάπη του πατέρα της, του κυρ Μιχάλη που την καμάρωνε μεγαλώνοντας. Γιατρό την ήθελε και έκανε τα πάντα να μην της λείψει το παραμικρό. Βέβαια το περίπτερο του, δεν είχε και τα μεγάλα κέρδη, ένα μεροκάματο έβγαζε και κείνο με το (ζόρι), όμως με τις οικονομίες τις δικές του και της Μαγδαληνής της γυναίκας του στο σπίτι, η Κατερίνα τους, είχε τη δυνατότητα να σπουδάζει.

Η μοίρα όμως δε ρωτάει, δε βλέπει, η Κατερίνα έχασε τον αγαπημένο της πατέρα ξαφνικά ένα βράδυ, η καρδιά του τον πρόδωσε. Τέλος και το πανεπιστήμιο, στο περίπτερο από τα χαράματα μέχρι αργά το βράδυ.
Η μητέρα της, μ’ ένα σωρό προβλήματα υγείας, δεν άργησε κι’ αυτή να φύγει από τη ζωή σχετικά νέα ακόμη.
Το χτύπημα μεγάλο, έχασε τους γονείς της μα και το περίπτερο, η κρατική άδεια του περιπτέρου έπαψε να ισχύει. Τα λίγα χρήματα που πήρε από την εκποίηση του εμπορεύματος του περιπτέρου, δεν έφτασαν καλά, καλά για να εξοφλήσει τους λογαριασμούς που κληρονόμησε.
Έπρεπε να δουλέψει, μα η πρώτη απόπειρα ήταν αρκετή για να δει και την άλλη πλευρά της ζωής. Δοκίμασε και δεύτερη και τρίτη μα για να πιάσει δουλειά θα έπρεπε κι’ εκείνη να πληρώσει, οι εργοδότες της την ήθελαν τις πιο πολλές φορές για παρέα, συντροφιά στο κρεβάτι τους δηλαδή.
Δεν υπήρχε λοιπόν άλλη λύση παρά να παντρευτεί, να παντρευτεί τον Νεκτάριο.

Την Κατερίνα την γνώριζε ο Νεκτάριος από τον φούρνο, από παιδί εργαζόταν στου πατέρα του την επιχείρηση. Όσες φορές λοιπόν η Κατερίνα πήγαινε στο φούρνο για ψωμί, ο Νεκτάριος δεν έχανε την ευκαιρία να της πει και δυο γλυκόλογα μέχρι που στο τέλος, μια Κυριακή βράδυ πήγε με τους γονείς του στο σπίτι της και τη ζήτησε σε γάμο, επίσημα που λένε.
Η Κατερίνα δεν απέρριψε την πρόταση του Νεκτάριου, άφηνε όμως το χρόνο να περνάει, ο άνθρωπος αυτός δεν ταίριαζε με το χαραχτήρα της, περιορισμένες και οι γραμματικές γνώσεις του, καλά καλά το δημοτικό μόλις που τέλειωσε, μα και η συμπεριφορά του στους πελάτες, δεν άρεσε στην Κατερίνα, ακόμα και τη μητέρα του, που για κάποια αιτία την έσπρωξε μπροστά της.
Ύστερα έλειπε η πληγή, «ούτε γρατζουνιά από τη σαϊτιά του έρωτα».

Η Κατερίνα την ημέρα του γάμου της έκλαψε, έκλαψε πολύ, της έλειπε ο πατέρας της η μητέρα της, παντρευόταν έναν άνθρωπο με κρύα καρδιά, χωρίς να τον έχει αγαπήσει.
Πέρασαν τα δυο πρώτα χρόνια. Η Κατερίνα εργάζεται στο φούρνο, βοηθάει τον άντρα της τον Νεκτάριο, ο οποίος μετά το θάνατο του πατέρα του έχει αναλάβει την επιχείρησε.
Κάτι όμως δεν πάει καλά, οι σχέσεις τους δεν είναι και οι καλύτερες, ο Νεκτάριος φέρεται στην Κατερίνα σαν να είναι μια ξένη, όμως εκείνη κάνει υπομονή, ελπίζει πως με τον καιρό, ο άντρας της θα ηρεμήσει.

Κυριακή πρωί, η Κατερίνα μόλις είχε γυρίσει από την εκκλησία όπως έκανε πάντα, της άρεσε ο λόγος του θεού.
Ο Νεκτάριος την περίμενε.
- Κατερίνα, θέλω να σου μιλήσω της είπε.
Εκείνη σαν να ήξερε τι θα της πει δεν είπε λέξη, κάθισε δίπλα του και περίμενε ν’ ακούσει.
Θέλω της είπε να χωρίσουμε και ο λόγος είναι το παιδί, εγώ Κατερίνα σε παντρεύτηκα για να μου κάνεις τον γιό, την κόρη, ένα παιδί τέλος πάντων, μα εσύ είσαι (στέρφα) πρέπει να το καταλάβεις και μόνη σου.
- Νεκτάριε μου, δεν περίμενα να μου πεις πως θέλεις να χωρίσουμε επειδή εγώ δεν κάνω παιδιά. Όμως πως είσαι τόσο σίγουρος για μένα, δεν θα μπορούσε να φταις εσύ δηλαδή;
Ο Νεκτάριος πετάχτηκε σαν ελατήριο από τη θέση του, τρόμαξε κι’ η Κατερίνα. Μη ξαναπείς αυτή τη κουβέντα, της είπε αγριεμένος, όλοι οι άντρες από το σόι μου έκαναν παιδιά, αλλά για να μη μπορείς και στο μέλλον να μιλάς όπως τώρα, δέχομαι να κάνουμε τεστ.

Το διαζύγιο με την συγκατάθεση της Κατερίνας δεν άργησε να βγει, ταυτόχρονα όμως και τα αποτελέσματα του τεστ. Ο Νεκτάριος ποτέ δεν θα μπορούσε να κάνει παιδί.
Μάταια έψαξε να βρει την Κατερίνα, να της ζητήσει συγνώμη. Εκείνη είχε χαθεί, ούτε και από τη διατροφή καταδέχτηκε να πάρα έστω μια δραχμή.
Όσο κι’ αν προσπάθησε δεν έμαθε ποτέ νέα της.
Πούλησε τότε την επιχείρηση, δεν ήταν σε θέση να εργαστεί πλέον, τη μορφή της Κατερίνας του έβλεπε συνέχεια δίπλα στο ταμείο.
Η μητέρα του όσο κι’ αν προσπάθησε να τον μεταπείσει στάθηκε αδύνατο.

Ο Νεκτάριος νοίκιασε ένα μικρό διαμέρισμα μακριά από την πρώην επιχείρηση του, μόνος, παρέα με τα δάκρυα του και τις αναμνήσεις του.
Εργάζεται σε κάποιον φούρνο, μα τα βράδια τριγυρίζει σε δρόμους σε στενά σε διάφορες περιοχές, τη φωτογραφία της Κατερίνας του δείχνει παντού και ρωτάει μήπως και κάποιος την είδε.

Η Κατερίνα μετά το χωρισμό τους, μένει σε κάποιο δωμάτιο που νοικιάζει, εργάζεται συνήθως σε εταιρίες καθαρισμού, ή σε νοσοκομεία σαν αποκλειστική. Στάθηκε αδύνατο να στεριώσει κάπου, τις πόρτες επιχειρήσεων χτύπησε πολλές φορές μάταια όμως. Είπαμε η ομορφιά είναι μειονέκτημα για να εργαστεί μια γυναίκα.

- Εντάξει Κατερίνα; Είσαι καλά τώρα;
- Εντάξει κυρία Δήμητρα, ευχαριστώ για τον καφέ μα και για το ενδιαφέρον σου για μένα, εγώ μαθημένη είμαι, με την κακία των ανθρώπων, μα δεν περίμενα να με πουν και (παρδαλή).
- Λοιπόν Κατερίνα, εδώ ποιο πάνω, δίπλα στη εκκλησία του Αγ. Νεκταρίου μένει μια γυναίκα μόνη της, την γνωρίζω από την εκκλησία. Μια γυναίκα θέλει να τη βοηθάει, τι λες, πάμε να τη δούμε;
- Πάμε Δήμητρα, ο θεός να σε έχει καλά.

Όμως, η ζωή καμιά φορά, παίζει τα δικά της παιχνίδια, παιχνίδια που ποτέ δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε.
Στην πόρτα, αντί για μια άγνωστη γυναίκα, φάνηκε η κυρία ζωή, η πεθερά της Κατερίνας και μητέρα του Νεκτάριου.
«Βουβαμάρα από το μεγάλο σοκ» συγκίνηση και δάκρυα.
Η Κατερίνα αγαπούσε την πεθερά της, μα κι’ εκείνη αγαπούσε την Κατερίνα. Είχε κάνει τα πάντα για να μεταπείσει τον γιο της να μη χωρίσουν.

Αγκαλιασμένες, τώρα και δυο ώρες, ακούει η μια την άλλη.
Η Κατερίνα της διηγήθηκε τα πολλά βάσανα που πέρασε και περνά ακόμα κι’ εκείνη για το μεγάλο δράμα, του γιού της, την «κατρακύλα» της ζωής, μετά το χωρισμό τους.

Παιδί μου, πηγαίνω και τον βλέπω από καμιά φορά, μα είναι σε κακά χάλια, δεν θα τον αναγνωρίσεις αν τον δεις. Έρχεται κι’ αυτός εδώ μα πολύ σπάνια.
Εγώ όπως βλέπεις μένω εδώ μα πολύ δύσκολα τα βγάζω πέρα, τα πόδια μου δεν με κρατούν πλέον. Ευτυχώς που ο συχωρεμένος ο άντρας μου με είχε γράψει τότε στο ΙΚΑ και έτσι με τη σύνταξη που παίρνω, τα βολεύω ακόμα.

Η Κατερίνα δεν μπορεί να πιστέψει πως ο Νεκτάριος εγκατέλειψε τα πάντα και πως στους δρόμους γυρίζει και την ψάχνει.
Φαίνεται, πως ο άνθρωπος αυτός, είχε μέσα του κι’ ένα μικρό παιδί, είχε ευαισθησίες βαθειά κρυμμένες, που «πρόβαλαν» μόλις έχασε την αγαπημένη του Κατερίνα.

- Παιδί μου εσύ είσαι καλός άνθρωπος και ξέρεις να συγχωρείς, πήγαινε να τον βρεις, σε έχει ανάγκη χωρίς εσένα θα πεθάνει.
- Θα πάω μητέρα, της είπε η Κατερίνα που δεν σταμάτησε να κλαίει.

Περασμένα μεσάνυχτα, η Κατερίνα έχει φτάσει στην πόρτα του μικρού διαμερίσματος του Νεκτάριου.
Είναι αποφασισμένη να χτυπήσει την πόρτα μα διστάζει. Κι’ αν εκείνος αρνηθεί να τη δει; Μα πάλι… πολλές σκέψεις περνούν και φεύγουν από το μυαλό της. Το χέρι της τρέμει μα πρέπει, το κουδούνι της πόρτας όμως δεν λειτουργεί, με το χέρι της χτυπά την πόρτα δυνατά, ακόμα ποιο δυνατά, καμιά απάντηση, φόβος και κρύος ιδρώτας τη λούζει, τι να κάνει…

Κατερίνα μου, αγάπη μου γύρισες; Σε περίμενα χαρά μου, γιατί άργησες.
Ήταν ο Νεκτάριος πίσω της, μόλις έφτασε ύστερα από την αναζήτηση της βραδιάς, στα χέρια του ακόμα κρατά τη φωτογραφία της.
Την αγκάλιασε τόσο δυνατά που η ανάσα της κόπηκε για μια στιγμή.
Κατερίνα μου, γλυκιά μου αγάπη, ξεφώνιζε ο Νεκτάριος, τόσο δυνατά που ξεσήκωσε την πολυκατοικία, όλη τη γειτονιά.
Αυτός όμως δεν άκουγε, δεν έβλεπε, ζούσε το δικό του όνειρο…
Εκεί έξω από την πόρτα, τους βρήκε το ξημέρωμα αγκαλιασμένους, χωρίς δάκρυα πια, οι πηγές τους είχαν στερέψει…

Στα εγκαίνια της καινούργιας επιχείρησης, στον ολοκαίνουργιο φούρνο με την επιγραφή «Κατερίνα» όλοι η γειτονιά ήταν εκεί, όλοι είχαν μάθει την ιστορία τους, αυτό που δεν γνώριζαν ήταν πως ένας μεγάλος έρωτας «πιο πέρα απ’ την αγάπη» γεννιόταν.
Η Κατερίνα ήταν πραγματικά ερωτευμένη, το καινούργιο νυφικό της αυτή τη φορά, θα ήταν αληθινά λευκό.

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
The Following 2 Users Say Thank You to justin For This Useful Post:
vgiagias (22-01-13), Xenios (22-01-13)
  #18  
Παλιά 25-01-13, 20:07
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας
Στο οδοντιατρείο…

Πολλές φορές το σκέφτηκα, να περιμένω να ανοίξει κάποιος την πόρτα,
παρά να πατήσω το (μπουτόν) της.
Αυτός ο «εξωγήινος» ήχος δεν μου άρεσε, διαπερνούσε το σώμα μου λες
και ακουμπούσα κάποιο ηλεκτρικό καλώδιο.
Η συχνότητα του πόνου στο υποψήφιο για σφράγισμα δόντι μου, ανέβαινε
ένα σκαλοπάτι παραπάνω.

Πέρασα στο σαλόνι, καμιά θέση άδεια.
Φαίνεται πως η οικονομική κρίση δεν έχει αγγίξει αυτό το επάγγελμα.
Η ματιά μου έκανε τον κύκλο της, καλησπέρα είπα.
Το χαμόγελο της ήταν αιτία, που και το δικό μου χαμόγελο να πλησιάσει
την αύρα του.
Θα ήταν εκεί γύρω στα σαράντα, ίσως και παραπάνω, μα είχε αυτό που
λέμε «σεξαπίλ», ή κάτι ανάλογο.
Η πένα του μυαλού μου, επόμενο ήταν να πιάσει δουλειά.
Βιάζεται να καταγράψει τις λεπτομέρειες, από τις φωτογραφίες των ματιών μου.

Τα πόδια όπως πάντα η αρχή, μα και το τέλος.
Τα κοντινά πλάνα διεγείρουν τη φαντασία μου.
Φορούσε γόβα, στο χρυσοκίτρινο απαλό χρώμα, με τακούνι πολύ ψηλό,
στην ίδια περίπου απόχρωση με τη δαντέλα της φούστας της.
Το σύνολο «έδενε» αρμονικά. Τέλεια αισθητική.
Ποιο πάνω το μπλουζάκι της, λευκό με ανταύγειες του μωβ,
πολύ «χουβαρντάδικο» θα έλεγα, άφηνε μια χαραμάδα για τα
πικάντικα κουτσομπολιά της σκέψης μου.
Συνήθως τα μαλλιά είναι ελεύθερα, ή δεμένα στο κέντρο.
Εκείνη όμως τα είχε φέρει στα πλάγια. Το χρυσάφι τους, σε
απαλή απόχρωση, ακουμπούσε στον ώμο της.
Μια αθωότητα παιδική φανέρωνε το πρόσωπο της και η ματιά της, γεμάτη μυστήριο.

Η κοπέλα του οδοντιατρείου φώναξε το όνομα της, κυρία Χριστίνα, περάστε παρακαλώ.
Σηκώθηκε από την δερμάτινη πολυθρόνα, θα ήταν 1,75 περίπου με
τέλειες αναλογίες. Φαινόταν ανήσυχη, αυτό τουλάχιστον έδειχναν οι αδέξιες
κινήσεις της.
- Φοβάμαι, μου είπε ψιθυριστά, περνώντας δίπλα μου.
- Μην ανησυχείς της απάντησα χαμηλόφωνα, όλα καλά θα πάνε.
- Ευχαριστώ μου είπε κοιτάζοντας με στα μάτια.
Το χαμόγελο της ποιο γλυκό, αινιγματικό, υπέροχο.

Ανυπομονούσα να τελειώσει ο δικός μου γιατρός, ήξερα πως εκείνη
θα τέλειωνε νωρίτερα, ήθελα να την ξαναδώ, έστω για λίγο, να της πω
αυτό το: «Ωραίος καιρός σήμερα», ή το «μου αρέσεις, είσαι πολύ
όμορφη, θέλεις να κάνουμε παρέα;»
Όχι φυσικά, θα της πρότεινα να καθίσουμε για λίγο στην καφετέρια
του ισογείου, για ένα κρύο καφέ, έτσι που να φύγει και η νάρκωση
των χειλιών…

Η ματιά μου έκανε έναν κύκλο στο σαλόνι αναμονής, κρίμα, είχε φύγει.
Καλή σας νύχτα, είπα στις άγνωστες παρουσίες, που υπομονετικά περίμεναν.
Τουλάχιστον έχω το όνομα της μα και τις φωτογραφίες των ματιών μου…

Έτσι είναι η ζωή, το αυτοκόλλητο χαμόγελο είναι σπάνιο, κι’ ακόμα
ποιο δύσκολο να το νιώσεις στην καταιγίδα του χρόνου…

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην justin για αυτό το μήνυμα:
Xenios (25-01-13)
  #19  
Παλιά 28-01-13, 18:55
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας
Συγνώμη, γνωριζόμαστε;

- Από την ώρα που καθίσαμε κοιτάζεις στην απέναντι παρέα, εδώ ήρθαμε να ακούσουμε δυο τραγούδια, να περάσουμε καλά, ποιοι είναι αυτοί, γνωρίζεις κάποιον; Ρώτησε η Γεωργία τον Γιάννη, τον άντρα της.
- Δεν είμαι σίγουρος της απάντησε, μα αυτόν τον άνθρωπο σαν να τον ξέρω.
- Μα και εκείνος σε κοιτάζει, γιατί δεν πας να τον ρωτήσεις, να μάθεις.
Ο Γιάννης έκανε να σηκωθεί, μα τον πρόλαβε ο άλλος.
- Συγνώμη κύριε, γνωριζόμαστε;
- Αυτό θα ρωτούσα κι’ εγώ εσάς, δεν μπορεί κάπου σας ξέρω.
- Κι’ εγώ. Μη μου πεις πως είσαι ο Γιάννης;
- Μη μου πεις πως είσαι ο Απόστολος;
Αυτοί λοιπόν οι δυο άντρες, υπήρξαν φίλοι στα νιάτα τους, αυτό που λέμε «φίλοι καρδιακοί». Η άνοιξη της ζωής τους, τους βρήκε σε κάποια στρατιωτική σχολή. Μαζί στις παρέες, στα νυχτοπερπατήματα, στις υπηρεσίες.
Είκοσι, με είκοσι πέντε χρόνων παιδιά, «έβραζε το αίμα τους».
Τα βράδια κοιτάζοντας τ’ άστρα έκαναν όνειρα, όνειρα που τα διάβαζε ο ένας στον άλλο.
Βιάζονταν να μεγαλώσουν, να πάρουν βαθμούς, να παντρευτούν, να κάνουν οικογένεια.
Και τώρα, περασμένα τα δεύτερα …ήντα με τα λευκά τους τα μαλλιά, τους βρήκε ο χρόνος εντελώς τυχαία, αγκαλιασμένους εδώ και πέντε λεπτά.
Που βρέθηκαν αλήθεια τόσα δάκρυα…
- Γιάννη έλα να σου γνωρίσω τη γυναίκα μου. Πηνελόπη από δω ο Γιάννης, ο καλύτερος μου φίλος.
Ο Γιάννης έσφιξε για λίγο το χέρι της Πηνελόπης, τα μάτια του πέρασαν στα δικά της μάτια λες και τα τραβούσε ένας ακαταμάχητος μαγνήτης, το χαίρω πολύ, μπερδεμένο βγήκε από το στόμα του, τα (κορακίστικα) δεν ήταν η γλώσσα του κι’ όμως έμοιαζαν, μα και το τρέμουλο στο χέρι του μεγάλωνε, μα έβαλε τα δυνατά του, λίγο ακόμα και θα κατέρρεε από το δυνατό σοκ.
Η Πηνελόπη φάνηκε να βρίσκεται αλλού, καμιά λέξη δεν βγήκε από το στόμα της, τον κοίταζε στα μάτια μη μπορώντας να πιστέψει στ’ όνειρο, στ’ όνειρο που θαρρείς έβλεπε.
- Απόστολε από δω η γυναίκα μου. Γεωργία, ο Απόστολος, ο αγαπημένος μου φίλος από τον στρατό. Πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα για να αρθρώσει κι’ εκείνος δυο λέξεις, η συγκίνηση περίσσευε.
- Κύριε Απόστολε, κυρία Πηνελόπη δεν κάθεστε στο τραπέζι μας; Τους είπε η Γεωργία.
- Να καθίσουμε απάντησε κι’ ο Απόστολος, έχουμε τόσα να πούμε...

Μια παρέα τώρα όλοι στο νυχτερινό κέντρο. Απόψε ήρθαν από διαφορετικούς δρόμους, για να συναντήσουν τις αναμνήσεις.
Φαίνεται πως η συγκίνηση της βραδιάς δεν άφηνε και πολλά περιθώρια για διασκέδασε. Των ματιών οι κρυφές ριπές του Γιάννη και της Πηνελόπης, προσπαθούσαν ν’ ανιχνεύσουν, να καταγράψουν τις σκέψεις, τα συναισθήματα της στιγμής.
Άραγε να’ χει μείνει και κάποια σπίθα από τη μεγάλη φωτιά εκείνης της ερωτικής θύελλας;
Σίγουρα ναι, δεν ξεχνιέται ένας τόσο μεγάλος έρωτας, η φωτιά πάντα σιγοκαίει και τον χειμώνα.
Ο Γιάννης μετά τη σχολή τους, βρέθηκε να υπηρετεί σε μια όμορφη πόλη της νοτίου Ελλάδας, ενώ ο Απόστολος ανηφόρησε για τη Μακεδονία.
Η αλληλογραφία δεν στάθηκε ικανή να κρατήσει σε επαφή τους δυο φίλους κι’ έτσι χάθηκαν τα ίχνη τους στα χρόνια που πέρασαν.

Ο Γιάννης βρήκε καινούργιο φίλο τον Κώστα. Μένουν στο ίδιο διαμέρισμα. Λίγα χρήματα έπαιρναν εκείνα τα χρόνια κι’ έτσι τα έξοδα μοιράζονταν στα δυο. Όμως δεν είχαν παράπονο, είχαν νιάτα, «η ζωή τους χαμογελούσε» έτσι κι’ αλλιώς.
Ο Κώστας είχε γνωρίσει μια κοπέλα και συχνά τα βράδια έβγαινε για να γυρίσει αργά το βράδυ. Ο Γιάννης πήγαινε συνήθως σε κάποιο σινεμά αν έπαιζε κάποιο έργο της αρεσκείας του ή για κάποιο ποτό σε κάποια καφετέρια.

Έτσι πέρναγε ο καιρός όταν ένα βράδυ χτύπησε το κουδούνι της πόρτας.
- Περιμένεις κανέναν; Είπε ο Γιάννης στον Κώστα που εκείνη την ώρα ήταν στο μπάνιο.
- Όχι απάντησε εκείνος.
- Ανοίγω Κώστα.
- Εντάξει, άνοιξε.
- Καλησπέρα, τον κύριο Κώστα θα θέλαμε, είπαν τα δυο κορίτσια, δεν είναι εδώ;
- Καλησπέρα σας, εδώ είναι, περάστε. Είναι στο μπάνιο, καθίστε παρακαλώ.
- Εσείς θα είστε ο φίλος του ο Γιάννης, έτσι;
- Ναι κι’ εσείς σίγουρα η Άννα.
- Ναι εγώ είμαι, σίγουρα τα κουβεντιάζεται , τι λέει για μένα;
- Δεν θα περιμένετε βέβαια να μάθετε από μένα τα μυστικά του φίλου μου, εσείς τα λέτε στις γειτονιές για την όμορφη φιλενάδα σας.
- Συγνώμη, ξέχασα να σας τη συστήσω. Είναι η Πηνελόπη, μαζί πηγαίναμε στο σχολείο και από τότε ήμαστε μαζί.
Ο Γιάννης δε χόρταινε να κοιτάζει την Πηνελόπη, την υπέροχη ξανθιά με τα γαλαζοπράσινα μάτια, σε αντίθεση με την Άννα η οποία δεν έλεγε και πολλά πράγματα εμφανισιακά δηλαδή, γιατί από γνώσεις και ευφράδεια άριστα έπαιρνε.
- Καλησπέρα κορίτσια, πως από εδώ; Τις χαιρέτησε ο Κώστας που μόλις βγήκε βρεγμένος ακόμα από το μπάνιο.
- Κώστα έχει έρθει ο αδελφός μου από την Αθήνα για το Σαββατοκύριακο και θα βγούμε μαζί. Να μη με περιμένεις απόψε και αύριο στο γνωστό μέρος.
Όσο για την Πηνελόπη αν θέλει ο Γιάννης, ας κάνουνε μια βόλτα στην παραλία έτσι να γνωριστούνε αν φυσικά το θέλουν.
- Θα το ήθελα και θα είναι τιμή μου, ποιος δε θα ήθελε την παρέα μιας υπέροχης κούκλας.
- Σ’ ευχαριστώ Γιάννη για τα καλά σου λόγια, μα τα παραλές και με κάνεις να ντρέπομαι.

Έχουν περάσει από τότε μέρες, μήνες, ο Γιάννης και η Πηνελόπη είναι ζευγάρι, η πρώτη βόλτα στην παραλία έμελε να γίνει η αρχή για έναν μεγάλο έρωτα.
Έναν όμως τίμιο έρωτα, οι κόκκινες γραμμές της εποχής εκείνης, μα και η επιθυμία της Πηνελόπης είχαν τηρηθεί από τον Γιάννη.
Πέρασαν κοντά τέσσερα χρόνια, η μετάθεση για τη βόρεια Ελλάδα έφερε θύελλα.
Η Πηνελόπη δεν μπορούσε να καταλάβει πως υπήρχαν κανόνες, ο γάμος επιτρεπόταν μόνο με την άδεια της υπηρεσίας του Γιάννη, υπό προϋποθέσεις και μετά τη συμπλήρωση του 28ου έτους της ηλικίας.

Η καινούργια μονάδα του Γιάννη ήταν μακριά από κάποιο αστικό κέντρο.
Η μόνη του παρέα ο Αντρέας ο συνάδελφος του, μα και παρηγοριά τα ερωτικά γράμματα της Πηνελόπης, ένα κάθε μέρα.
Μα και η Πηνελόπη, δεν έβγαινε πλέον έξω. Από τη σχολή κομμωτικής που φοιτούσε, κατευθείαν στο σπίτι της θείας της, της αδελφή της μητέρας της που τη φιλοξενούσε μέχρι να τελειώσει το σχολείο.

Επτά Ιανουαρίου γιορτή του αη Γιάννη. Ένας κοινός τους φίλος γιόρταζε, το πατρικό του σπίτι ήταν στην πόλη, την πρωτεύουσα του νομού.
Καλεσμένοι λοιπόν έφτασαν αργά το βράδυ. Χειμωνιάτικη νύχτα, νιφάδες χιονιού άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους.
Πολλές όμορφες παρουσίες στο σπίτι του φίλου τους. Αδελφές, ξαδέλφες, γειτόνισσες.
Τη μελαχρινή ξαδέλφη του φίλου του, τη Γεωργία «είχε βάλει στο μάτι» ο Γιάννης, «ένα μελανούρι που ευχαρίστως θα ψάρευε ο καθ’ ένας».
Μα κι’ εκείνη έδειχνε να της αρέσει το «φλερτ» του. Όμως πώς να πλησιάσει ο ένας τον άλλο, δεν υπήρχε τρόπος, μέχρι που οι κουβέντες άφησαν τη θέση τους στο ταγκό.
Την κρατούσε σφιχτά, χορεύοντας ένα αρκετά αισθησιακό ταγκό.
Πλησίασε το στόμα του στο αυτί της.
- Πιστεύεις στον κεραυνοβόλο έρωτα; τη ρώτησε.
- Όχι του απάντησε εκείνη, χωρίς να γυρίσει το κεφάλι της.
- Θέλεις να γίνεις γυναίκα μου; Τι ρώτησε ο «αθεόφοβος». Έτσι χωρίς να το σκεφτεί. Πριν από μια ώρα περίπου, την είχε γνωρίσει κι’ όμως.
Εκείνη γύρισε απότομα το κεφάλι της, τον κοίταξε στα μάτια.
- Ναι, θέλω του είπε κι’ εκείνη η «αθεόφοβη».
Από εκείνη τη στιγμή η Πηνελόπη είχε χαθεί προσωρινά από τη μνήμη του.
Έτσι κι’ αλλιώς εκείνη τον ξέχασε. Εδώ και τρεις μήνες δεν απάντησε ποτέ στα γράμματα του. Ίσως να βρήκε άλλη παρέα σκεφτόταν, μα πάλι δεν ήθελε να το πιστέψει. Όμως «Μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται».

Οι μέρες περνούσαν κι’ ο Γιάννης έμενε τον περισσότερο χρόνο δίχως χρήματα. Όσα κι’ αν έπαιρνε έφευγαν στα ταξί, δεν υπήρχε άλλος τρόπος, τα φιλιά της μελαχρινής αγαπημένης του, τον περίμεναν.
Τα Σαββατοκύριακα που τον έχανες που τον έβρισκες, στη Γεωργία του φυσικά. Σε ένα παγκάκι κοιμήθηκε κάποιο βράδυ, που να πάει χωρίς δεκάρα; Στο σπίτι της Γεωργίας βέβαια ούτε λόγος, ήταν νωρίς ακόμα.

Παρά τις αντιρρήσεις γνωστών και φίλων, μακριά από τους γονείς του, την αγαπημένη του αδελφή, αυτός είχε «πάρει φόρα» για τον γκρεμό, που δυστυχώς δεν έβλεπε.
Παντρεύτηκε μια Τρίτη, δίχως επισημότητες, κρυφά, που όμως δεν άργησε να μαθευτεί. Τώρα έπρεπε να αντιμετωπίσει της συνέπειες, από την άσοφη ενέργεια του.
Η τύχη όμως ήταν με το μέρος του. Κάποιος θείος της Γεωργίας ήταν εκείνο το χρόνο σε μεγάλη κυβερνητική θέση, με τέτοιο μέσο λοιπόν, ήταν εύκολο να περάσουν χωρίς συνέπειες τα (κατορθώματα) του.

Τα χρόνια πέρασαν, δημιούργησε περιουσία μα και μια καλή οικογένεια.
Τα δυο παιδιά του σε μεγάλες θέσεις που ο καθ’ ένας θα ζήλευε.
Η Πηνελόπη όμως είχε αφήσει σκιές από το άρωμα της στα όνειρα του, ποτέ δεν την ξέχασε.
Και τώρα, ύστερα από σαράντα χρόνια, νιώθει την αύρα των φιλιών της και είναι όμορφη, όπως τότε, έστω και με τις βαθιές ρυτίδες που ο χρόνος άθελα της, χάραξε.

Αλήθεια, τι παράξενα παιχνίδια που μας παίζει η μοίρα καμιά φορά.
Ένα χρόνο μετά την αναχώρηση του Γιάννη, ο Απόστολος βρέθηκε με μετάθεση στην ίδια πόλη, στην ίδια μονάδα που ο Γιάννης υπηρέτησε κοντά τέσσερα χρόνια.

Ήταν Κυριακή πρωί, στην εκκλησία ο Απόστολος είχε οδηγήσει τμήμα φαντάρων όπως γινόταν τα χρόνια εκείνα.
Η Πηνελόπη ήταν εκεί, στην πτέρυγα των γυναικών και δεν έφυγε στιγμή από τα μάτια του Απόστολου. Του έκανε εντύπωση η στάση της, η προσευχή, ο σταυρός και στο τέλος η θεία μετάληψη, που με ευλάβεια πήρε.
Την ακολούθησε για να την οδηγήσει αργότερα στα σκαλιά της εκκλησίας.

Ήρθε η ώρα που η ορχήστρα από το ζεϊμπέκικο της (ευδοκίας) πέρασε στο αισθησιακό ταγκό.
- Απόστολε, μου επιτρέπεις να χορέψω με την Πηνελόπη σου;
- Και το ρωτάς Γιάννη.
- Χορεύετε κυρία μου;
Η Πηνελόπη δεν απάντησε, σηκώθηκε με αργές κινήσεις για να ξαναγκαλιάσει ύστερα από σαράντα χρόνια τον άνθρωπο που αγάπησε αληθινά.
- Γιατί δεν μου είπες την αλήθεια τότε, παρά με άφησες να υποφέρω, τη ρώτησε ο Γιάννης.
- Δεν έπαψα ποτέ να σ’ αγαπώ. Τα δάκρυα μου ήταν πολλά, τόσα που οι πηγές τους στέρεψαν στο τέλος.
Τα τελευταία σου γράμματα δεν τα διάβασα ποτέ, μα ούτε και τα δικά μου πήρες. Η θεία μου λίγο πριν πεθάνει μου ζήτησε να την συγχωρήσω για το κακό που μου έκανε. Ήθελε να με παντρέψει με κάποιον ανιψιό της από τον άντρα της και έτσι έσκιζε τα γράμματα σου. Μα και τα δικά μου που πάντα άφηνα στην ξαδέλφη μου να τα ταχυδρομήσει, την εξανάγκασε να της τα παραδίνει.
Τώρα έμαθες την αλήθεια, θα με συγχωρήσεις;
Ναι χαρά μου, σκούπισε το δάκρυ σου, ο πόνος ας μείνει μόνο σε εμάς, οι άλλοι δεν φταίνε, εμάς διάλεξε η μοίρα να χτυπήσει…

Όμως δεν θα πρέπει στο μέλλον να βρεθούν ποτέ μαζί, δεν ξέρει κανείς ως που μπορεί να φτάσει μια σπίθα φωτιάς, αν ο άνεμος διώξει τη στάχτη, έστω και τον χειμώνα.
Ο Γιάννης όμως και η Πηνελόπη άραγε, το ξέρουν;
Σίγουρα ναι. Οι δυο φίλοι πρέπει να παραμείνουν και θα παραμείνουν φίλοι.

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην justin για αυτό το μήνυμα:
Xenios (28-01-13)
  #20  
Παλιά 02-02-13, 18:55
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας
Συνταξιούχος ετών 44 …

Αυτό το κατάστημα θαρρώ πως είναι κατάλληλο για την εργασία που αποφάσισα να κάνω, μουρμούρισε μέσα του ο κύριος Γιάννης, διαβάζοντας τη σχετική ανακοίνωση στη «τζαμαρία» του καταστήματος.
Μετά την περιπέτεια της πρώτης αποτυχημένης προσπάθειας και την άρνηση του Βασίλη, του φίλου και συνεταίρου του στην πρώτη επιχείρηση την (ταβέρνα) να συμμετάσχει σε μια καινούργια δουλειά, το κατάστημα αυτό είναι ότι πρέπει. Βρίσκεται σε καλή περιοχή και σε δρόμο με μεγάλη κίνηση. Μικρό φαίνεται, μα για αρχή μια χαρά είναι.
Οι πρώτες σκέψεις λοιπόν για το «στήσιμο» της καινούργιας του δουλειάς, δίνουν και παίρνουν.

- Καλημέρας σας, για το κατάστημα που νοικιάζεται θέλω να ρωτήσω.
- Ποιο είναι το αντικείμενο της εργασίας σας, ρώτησε τον κύριο Γιάννη ο ιδιοκτήτης του καταστήματος.
- Για το αυτοκίνητο. (Αντικλεπτικά, ηχοσυστήματα, αξεσουάρ).
- Εντάξει, αν το αποφασίσετε τηλεφωνήστε μου να συντάξω το συμφωνητικό.
- Το ενοίκιο;
- 12.000 δρχ. και τρία ενοίκια προκαταβολή.

Ακριβό το βρήκε μα βιαζόταν, ήταν σίγουρος πως όλα καλά θα πάνε, εξ’ άλλου είχε μάθει πολλά από τον φίλο του τον Κυριάκο, το εξουσιοδοτημένο κατάστημα των φημισμένων αντικλεπτικών δηλαδή, που ήταν απέναντι από το κτίριο που στεγαζόταν η πρώτη επαγγελματική απόπειρα, η λάθος επιλογή, η (ταβέρνα).
Στο ραντεβού της επομένης, συμφώνησαν και το σχετικό συμφωνητικό είχε είδη υπογραφεί. Καλές δουλειές του είπε ο Επαμεινώντας, ο ιδιοκτήτης δηλαδή του καταστήματος, μα και γνωστοί – άγνωστοι.

Πέρασαν λίγες μέρες και η μεγάλη πολύχρωμη πινακίδα, άρχισε να φωτίζει το χώρο, μα και τις ελπίδες για ένα καλό και αποδοτικό ξεκίνημα.
Επόμενη κίνηση η γνωριμία με την αντιπροσωπεία και οι πρώτες αγορές υλικών και μηχανημάτων.

- Αγαπητέ κύριε, δεν έχετε το δικαίωμα να τοποθετήσετε πινακίδες των προϊόντων μας, του είπε ο αντιπρόσωπος, δεν έχετε τη δική μας άδεια, τα υποκαταστήματα μας είναι όσα χρειάζονται και όσα εμείς έχουμε εξουσιοδοτήσει.
Για μια στιγμή πάγωσε μα και ντράπηκε, πάλι λάθος έκανε στις επιλογές του;
- Συγνώμη, αυτό δεν το γνώριζα είπε, δεν έχω ασχοληθεί ποτέ μου με το εμπόριο είμαι συνταξιούχος από τον…
- Συνταξιούχος; Νωρίς δε βγήκατε στη σύνταξη;
- Τα χρόνια που έπρεπε να εργαστώ, τα έχω καλύψει και με το παραπάνω και μάλιστα κάτω από δύσκολες καταστάσεις.
- Εντάξει. Μιας λοιπόν και προέρχεστε από υπηρεσία κύρους και το κατάστημα που νοικιάσατε βρίσκεται σε καλή περιοχή, ας κάνουμε μια αρχή. Γνωρίζετε το αυτοκίνητο;
- Αρκετά καλά.
- Καλές δουλειές λοιπόν.
- Ευχαριστώ πολύ και να είστε σίγουροι πως θα κάνω ότι είναι δυνατόν, η συνεργασία μας να είναι επιτυχής.

Εξαιρετικές οι πρώτες μέρες, ευχαριστημένοι και οι άνθρωποι της αντιπροσωπείας.
Για τον κυρ Γιάννη, πως αυτή τη φορά θα τα καταφέρει ήταν μεγάλο στοίχημα που άρχισε ήδη να «μετράει».
«Στην τσαχπινιά της μικρής ανατολής και στα πλούσια κεράσματα της δύσης, έχουν μπει κόκκινες γραμμές» εδώ είναι μόνος του και δεν είναι ταβέρνα.

Έχουν περάσει πολλά χρόνια, από τη μέρα που μαζί με τον Βασίλη το φίλο του, αποφάσισαν να ασχοληθούν με κάποια εργασία.
Συνταξιούχοι και οι δυο, να μη «σκουριάσουν» έλεγαν, μα και να κερδίσουν κι’ ένα «χαρτζιλίκι».
Το κατάστημα, του οποίου την επιχείρηση αγόρασαν και δουλέψανε για ένα σχεδόν χρόνο, ταβέρνα ήταν, μεζεδάκια στα κάρβουνα δηλαδή με σπέσιαλ υλικά μα και τα πάντα διατιμημένα την εποχή εκείνη. Κουραστική δουλειά και χωρίς κανένα απολύτως κέρδος, ίσα, ίσα το ενοίκιο δηλαδή.
Οι βραδινές εισπράξεις μόλις που έφταναν για τις αγορές της επομένης.

- Αγρονομία, παρακαλώ τα τιμολόγια σας.
- Ορίστε το φάκελο.
Ήταν σίγουροι πως όσο και να προσπαθούσαν δεν θα έβρισκαν το παραμικρό. Βρήκαν όμως, μια δραχμή διαφορά σε μια σόδα. Μήνυση για μια δραχμή λοιπόν, αν είναι δυνατόν, δεν μπορούσαν να το πιστέψουν.
Μην ανησυχείτε τους είπε κάποιος άγνωστος που τους πλησίασε. Είκοσι χιλιάδες δραχμές θα σας κοστίσει η διαγραφή της μήνυσης.
Όχι ήταν η απάντηση τους, η στρογγυλοποίηση της τιμής επιτρεπόταν.
Κι’ όμως, στο «σκαμνί» για μια δραχμή.

- Παιδιά, δεν θα κερδίσετε ποτέ μια δεκάρα αν δεν κλέψετε, τους είπε ένας φίλος που γνώριζε από αυτή τη δουλειά.
-Δηλαδή πώς να κλέψουμε, να αυξήσουμε την τιμή σ’ ένα σουβλάκι ή να νοθεύσουμε το κρασί με νερό, θα μας πάνε (μέσα).
- Όχι τα είδη που αγοράζετε αυξάνουν το κόστος. Εγώ ας πούμε θα χρησιμοποιούσα για το σουβλάκι χοιρινή πανσέτα και όχι μπούτι που έχει διπλάσια τιμή, αντί για παρθένο ελαιόλαδο στις πίτες, θα χρησιμοποιούσα λίπος. Μα και όλα τα υλικά, δεν χρειάζεται να είναι πρώτης ποιότητας.
Αυτή η δουλειά, έχει πολλά μυστικά, που εσείς αγνοείτε.
- Και που δεν μπορούμε να μάθουμε ή δεν θέλουμε του απάντησαν εκείνοι.
- Αλλάξτε τότε επάγγελμα, όσο είναι νωρίς ακόμα.

Πολλά τα μυστικά λοιπόν κι’ ένας κόσμος αλλιώτικος.
Άνθρωποι λογιών λογιών, χαρούμενοι μα και γκρινιάρηδες, με χιούμορ μα και σοβαροί, αμίλητοι. (Άντρες) με προτίμηση στα γυναικεία ρούχα μα και γυναίκες έγγαμες ή και άγαμες, φιλήδονες, αχόρταγες, επικίνδυνες, που επιζητούσαν την παρέα τους δίχως ίχνος ντροπής. Μεθυσμένοι μα και ευπρεπείς, κόσμιοι. « Μωσαϊκό» χαραχτήρων.
Μαθαίνανε όμως κι’ εκείνοι σιγά, σιγά κι’ ας μη το θέλανε, λίγο ακόμα και θα μιλούσανε την ίδια γλώσσα.

Όμως ποτέ δεν θα μπορούσαν να νοθεύσουν τα υλικά που χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή εδεσμάτων, που και μικρά παιδιά έτρωγαν.
Άλλα πράγματα τους είχε διδάξει η ζωή κι’ έτσι αποφάσισαν να πουλήσουν την επιχείρηση σύντομα.
Τουλάχιστον το αντικείμενο είχαν την ευκαιρία και το «σπούδασαν». Πόσα λοιπόν δεν γνωρίζει κανείς. Μαθαίνει όμως. «Γηράσκω αεί διδασκόμενος»

Σήμερα, ύστερα από χρόνια, αναπολώντας τα «δρώμενα πίσω από τον μπερντέ μιας ταβέρνας» προσπαθούν και με την εμπειρία του σήμερα, να βρουν την αιτία για τις «άσοφες στραβοτιμονιές μιας ώριμης πορείας».
Ίσως η αντίδραση από το άγνωρο στο φανταστικό, από την πίεση της προηγούμενης εργασίας, στην εκτόνωση. Ίσως!

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
  #21  
Παλιά 05-02-13, 18:06
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας
Αναταράξεις… (Αληθινή ιστορία)

Οι αναταράξεις στα αεροπορικά ταξίδια, με εμπνέουν στο να γράψω.
Να γράψω ας πούμε, κάποιο διήγημα, σχετικό με τα «τσαλίμια» του αεροπλάνου, τα «νάζια» του στα κενά του αέρα δηλαδή.

Παρακαλώ, υπάρχει στους επιβάτες γιατρός;
Η αεροσυνοδός επανέλαβε την ίδια ερώτηση. Καμιά κίνηση, ίσως κι’ αυτό το επάγγελμα να περνάει κρίση σκέφτηκα.
Δεν θέλω να περάσει από τη σκέψη μου, πως ίσως ορισμένοι παρά τον όρκο που έδωσαν αδιαφορούν, την ώρα που κάποιος συνάνθρωπος τους υποφέρει και τους χρειάζεται, μόνο και μόνο να αποφύγουν την όποια ευθύνη.
Υπήρχε κάποια αναστάτωση στις θέσεις που χωρίζει το «παραβάν». Κάποιος χρειαζόταν σίγουρα βοήθεια.

Σηκώθηκα από τη θέση μου και πλησίασα τον άρρωστο.
Ήταν περίπου πενήντα χρόνων, έδειχνε φοβισμένος, μάταια προσπαθούσε η «εύσωμη» γυναίκα, που καθόταν δίπλα του, να τον ηρεμήσει.
-Πως σας λένε, τον ρώτησα.
-Δημήτρη, μου απάντησε εκείνος κοιτάζοντας με στα μάτια.
Ήταν σαν να μου έλεγε βοήθησε με.
-Δημήτρη, δεν είμαι γιατρός, μα γνωρίζω από πρώτες βοήθειες, έχω μαζί μου πιεσόμετρο να δούμε τι πίεση έχεις, αν και δεν νομίζω πως έχεις, μια χαρά φαίνεσαι.

Συστολική πίεση 240, διαστολική 120, καρδιακή παλμοί 120 το λεπτό.
Φοβήθηκα, έπρεπε κάποιο φάρμακο να πάρει, άμεσα, το εγκεφαλικό ήταν «προ των πυλών» που λέμε.
-Δημήτρη του είπα, έχεις λίγη πίεση μα όχι μεγάλη, θα σου δώσω κάποιο αντί υπερτασικό φάρμακο που παίρνω κι’ εγώ, εντάξει;
-Εντάξει μου είπε, σ’ ευχαριστώ.

Πρέπει να μιλήσω με τον πιλότο, είπα χαμηλόφωνα στον υπεύθυνο της καμπίνας.
Αφού πήρε την άδεια του, με οδήγησε στο πιλοτήριο.
Πολλές φορές έχω δει αυτόν τον διαστημικό χώρο, μα σ’ αυτό εδώ το μεγάλο αεροπλάνο, πρώτη φορά. Να το μπορούσα έλεγα μέσα μου, να μείνω εδώ, μια ολόκληρη μέρα, «συγκλονιστικές» εικόνες.

Τα ακουστικά φόρεσα για να μιλήσω με κάποιον γιατρό, τον άκουγα τόσο καθαρά λες και ήταν δίπλα μου. Το φάρμακο που είχα μαζί μου, δεν ήταν και το καταλληλότερο για την περίπτωση του επιβάτη, όμως μου είπαν να του δώσω τη μεγαλύτερη επιτρεπτή δόση και σε μισή ώρα καινούργια μέτρηση και πάλι επικοινωνία μαζί τους.

Όλα πήγαν μια χαρά και βέβαια αν και πέρασαν χρόνια, ο φίλος μου ο Δημήτρης, δεν με ξέχασε ποτέ.
-Γεια σου γιατρέ μου, πάντα θα μου πει στο τηλέφωνο.
-Γεια σου Δημήτρη, τι νέα, πως πάει η πίεση;
-Μια χαρά προς το παρόν.
-Να προσέχεις όμως, στο «κρεβάτι», η πίεση πολλές φορές αφηνιάζει, τον πειράζω κι’ εγώ με τη σειρά μου.
-Όσο έχω το γιατρό μου και το ρακόμελο, πάντα καλά θα είμαι…
-Γεια σου Δημήτρη, στην υγειά σου…

Καμιά φορά λοιπόν, φίλους μπορεί να βρεις και μέσα στις «αναταράξεις» κάποιου αεροπλάνου…
Παράξενη που είναι η ζωή λοιπόν, πότε με τα κέφια της, πότε με τις φουρτούνες της, ποτέ δεν την βρίσκεις στο ίσιωμα.

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην justin για αυτό το μήνυμα:
Xenios (05-02-13)
  #22  
Παλιά 09-02-13, 18:34
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας
Τα γαρίφαλα του μεσονυχτίου…

Το κυριακάτικο πρωινό, για μένα δεν αλλάζει, καμιά διαφορά με τη «ματωμένη Δευτέρα», που λέει και το άσμα, το λαϊκό.
Περάσανε οι εποχές τα χρόνια, ένα καφεδάκι πρωί πρωί, η εφημερίδα μου και τα όνειρα. Τα όνειρα, τα ξεχασμένα στα στενορύμια των αναμνήσεων. Μα και τα τωρινά, τα μπερδεμένα, τα απόμακρα.

- Καλημέρα κύριε Γιώργο, το ξενύχτησες πάλι, έτσι τουλάχιστον δείχνουν τα μάτια σου, είπα στον γνώριμο περιπτερά της γειτονιάς μου.
- Το Σάββατο δεν κλείνω το περίπτερο, δύσκολοι οι καιροί και λίγο το μεροκάματο, τι να κάνω.
- Να σε ρωτήσω κάτι;
- Ότι θέλεις κυρ Γιάννη.
- Παρακολουθώ τους ανθρώπους του απέναντι νυχτερινού κέντρου, να έχουν γεμίσει τους κάδους των σκουπιδιών με λουλούδια, πόσα άραγε σκορπούν οι θαμώνες του, κάθε βράδυ;
- Ειδικά τα Σαββατοκύριακα, πάνω από πενήντα χιλιάδες γαρίφαλα, αυτό το γνωρίζω, τα κορίτσια που εργάζονται στα λουλούδια μου το έχουν πει.
- Πόσο να κοστίζουν άραγε…
- Εξαρτάτε από το «όνομα» του καλλιτέχνη, περίπου πέντε ευρώ.
- Πέντε ευρώ το ένα, για τις σόλες των παπουτσιών του, ωραία.
- Όσο εμπόρευμα έχει το περίπτερο μου δέκα φορές δηλαδή.
- Ευχαριστώ, καλή σου μέρα.
- Στο καλό.

Γαρίφαλα… Παραμονή Χριστουγέννων… τότε που δεν υπήρχε το αύριο.

- Ώρα έντεκα, θαρρώ πως αργήσαμε, ίσως να μη βρούμε και θέση στο κέντρο.
- Μην ανησυχείς της είπα, το ταξί μας περιμένει κάτω. Με κοίταξε στα μάτια, μα δεν είπε λέξη, σίγουρα δεν το περίμενε.

Το χριστουγεννιάτικο δέντρο, στην είσοδο του κέντρου φορτωμένο με δώρα. Το αστέρι της βηθλεέμ στην κορυφή του, σκορπούσε τη χρυσόσκονη της αγάπης κι’ εκείνη περνούσε στις καρδιές μας.
- Χρόνια πολλά ομορφιά μου…
- Χρόνια πολλά, καλά Χριστούγεννα αγάπη μου.

- Θα πάρετε ένα γαρίφαλο κύριε, για την κοπέλα σας; με ρώτησε το κοριτσάκι με το πανέρι του γεμάτο με πολύχρωμα γαρίφαλα.
- Ένα; Τι λες μικρούλα μου, όλο το πανέρι, δεν το αξίζει;
Δεν με ένοιαξε που η αξία τους ήταν ο μισθός ενός ολόκληρου μήνα, εγώ ήθελα εκείνο το βράδυ να μεθύσει από χαρά. Εξ’ άλλου το δάκρυ της το φανέρωνε, ήταν ευτυχισμένη.

«Θα’ ρθω μια νύχτα με φεγγάρι» ο πρώτος μας χορός, στο ερωτικό εκείνο ταγκό. Την κρατούσα με τα δυο μου χέρια, δεμένα στα δάχτυλα, ήταν το δικό μου το αστέρι, το μελένιο του παραδείσου.
Γεια τα μάτια της, θα ξόδευα και το χρυσάφι του κόσμου.

Τώρα για τα χιλιάδες γαρίφαλα του σημερινού κέντρου, που γέμισαν τους κάδους των σκουπιδιών, σίγουρα κανένα δάκρυ από χαρά δεν τα δρόσισε. Τσαλαπατήθηκαν από την «αοιδό» των ρεμπέτικων (Ύμνων) του σημερινού κόσμου.

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην justin για αυτό το μήνυμα:
Xenios (09-02-13)
  #23  
Παλιά 14-02-13, 17:28
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 08:20
Φύλο: Άντρας

Αντιθέσεις στο μπρούσκο…

Αυτή, η ανεπανάληπτης ομορφιάς αιθέρια ύπαρξη, έδειχνε να απολαμβάνει το κόκκινο, «μπρούσκο» κρασί της. Η δυνατή γεύση, του διάσημου (Burgundy) «έδενε» με το ζεϊμπέκικο «της Ευδοκίας», που χόρευε ο «ξερακιανός πενηντάρης» συνοδός της.
Τα μεγάλα μάτια της, έντονα μακιγιαρισμένα στην απόχρωση του μπλε, αδιαφορούσαν για τα «άγαρμπα τσαλίμια» του, στην πίστα.

Το τρίλεπτο της επίδειξης και της κόπωσης τέλειωσε. Ένα χάδι, στα βαμμένα στο ανοιχτό κόκκινο μαλλιά της, όλο κι’ όλο. Το αγιάζει δηλαδή στο διπλανό τραπέζι, φαίνεται πως δεν άφηνε και πολλά περιθώρια για παιχνίδια, στις ανταύγειες του ροζ.

Κάτι του είπε χαμηλόφωνα και σηκώθηκε με αργές κινήσεις, γεμάτες θηλυκότητα.
Τα καλλίγραμμα πόδια της, έβαλαν σε λειτουργία τους δέκτες της σκέψης μου, άπειρες φωτογραφίες καταγράφονται στο σκληρό της δίσκο.
Το χαμόγελο της, γεμάτο μυστικισμό, κατευθύνεται στο κέντρο των ματιών μου. Το δικό μου αινιγματικό, η απάντηση στο μυστήριο.

- Μπορώ να καθίσω στο τραπέζι σας; Με ρώτησε με φωνή απροσδιόριστου ηχοχρώματος.
- Παρακαλώ, καθίστε της απάντησα.

Κατάλαβα. Αυτό λοιπόν το υπέροχο πλάσμα, κρατούσε συντροφιά στη μοναξιά των θαμώνων, σ’ αυτόν το χώρο της μικρής επαρχιακής πόλης, που κι’ εγώ βρέθηκα άθελα μου.
Για δες λοιπόν, ποιος άντρας δε θα ήθελε δικό του, αυτό το όμορφο άστρο. Γιατί άραγε το φως του, τρεμοπαίζει τόσο χαμηλά;

- Θα με κεράσετε μια παριζιάνα; Με ρώτησε μ’ αυτήν την ιδιαίτερη μπάσα θα έλεγα φωνή.
- Μπορείτε να γίνετε ποιο συγκεκριμένη; Αυτό το ποτό δεν το γνωρίζω.
- Γαλλική σαμπάνια, παριζιάνα δεν λέγεται; Και αν δε σας πειράζει μπορούμε να μιλάμε στον ενικό;
- Εντάξει, το όνομα σου αν επιτρέπετε;
- Άρτεμις, από το Αρτέμιος δηλαδή και για να μη περάσει η ώρα με ερωτήσεις, είμαι είκοσι χρόνων και σπουδάζω ιατρική, είμαι στο δεύτερο έτος. Τα βράδια είμαι εδώ και μου αρέσει.
- Είσαι άντρας δηλαδή;
- Ναι. Περίπου, να παραγγείλω;
- Το αλογάκι το δικό μου, δεν σου αρέσει;
- Το ουίσκι που πίνεις θέλεις να πεις, έτσι;
- Ναι και όπως βλέπεις δώδεκα χρόνων παλαιότητα έχει, τι λες;
- Όχι, το οινόπνευμα είναι πολύ και θα μεθύσω. Ας είναι. Τουλάχιστον για παρέα παίζει;
- Παίζει; Όχι. Καλή σου νύχτα Άρτεμις…

Την (τον) κοίταζα που πλησίαζε κάποια άλλη παρέα και αναρωτιόμουνα.
Να έκανα άραγε κάποιο λάθος ο θεός στη συνταγή, ή άφησε το διάβολο να μεταμορφωθεί σε Αφροδίτη;

Yiannis H.
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην justin για αυτό το μήνυμα:
Xenios (14-02-13)
Απάντηση στο θέμα


Συνδεδεμένοι χρήστες που διαβάζουν αυτό το θέμα: 1 (0 μέλη και 1 επισκέπτες)
 
Εργαλεία Θεμάτων
Τρόποι εμφάνισης

Δικαιώματα - Επιλογές
You may not post new threads
You may not post replies
You may not post attachments
You may not edit your posts

BB code is σε λειτουργία
Τα Smilies είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας [IMG] είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας HTML είναι σε λειτουργία

Που θέλετε να σας πάμε;


Όλες οι ώρες είναι GMT +3. Η ώρα τώρα είναι 15:02.



Forum engine powered by : vBulletin Version 3.8.2
Copyright ©2000 - 2024, Jelsoft Enterprises Ltd.