Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #2  
Παλιά 23-01-07, 22:36
Το avatar του χρήστη Xenios
Xenios Ο χρήστης Xenios δεν είναι συνδεδεμένος
Administrator
 

Τελευταία φορά Online: 12-11-16 10:12
Φύλο: Άντρας
Οι λόγιοι του 19ου αι. φιλοτιμήθηκαν να εξαλείψουν τις πολυπληθείς λέξεις τουρκικής προελεύσεως που χρησιμοποιούνταν στην κοινή γλώσσα και θεωρούνταν κηλίδες που αμαύρωναν τη γλώσσα του ελεύθερου ελληνικού έθνους. Έτσι nολλές λέξεις τούρκικης προελεύσεως που χρησιμοnοιεί ο Μακρυγιάννης έχουν αντικατασταθεί αnό λέξεις που είτε προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά είτε κατασκευάστηκαν με αρχαιοελληνικές ρίζες, π.χ. ασκέρι (στρατός) , ζαϊρέδες (προμήθειες), κιοτής (δειλός), ορδί (στρατόπεδο), οντάς (δωμάτιο), τσασίτης (κατάσκοπος), χαζίρι (έτοιμο) , χαΐνης (προδότης) και χάψη (φυλακή). Είναι ενδεικτικό της επιτυχίας των λογίων ότι όλες αυτές οι λέξεις (μέσα σε παρενθέσεις), οι οποίες είτε δεν υnήρχαν καθόλου είτε ήταν τελείως άγνωστες στη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων του 1821 , έχουν καθιερωθεί προ nολλού.

Οι λόγιοι κατόρθωσαν εnίσης να αντικαταστήσουν λέξεις που προέρχονταν αnό τις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες με αναστημένες ή εντελώς καινούριες ελληνικές λεξεις: έτσι το κουμέρκι ξαναβαφτίστηκε τελωνείο, ο μινίστρος έγινε υπουργός, το κοντραμπάντο εξευγενίστηκε σε λαθρεμπόριο. ακόμα και η φαμίλια (ή φαμελιά) εξελληνίστηκε σε οικογένεια. Σε άλλες περιπτώσεις, όμως, οι λόγιοι απέτυχαν να επιβάλουν τους νεολογισμούς τους, όπως το περισκελίς και το λαιμοδέτης, οι οποίοι δεν ευδοκίμησαν στην προφορική γλώσσα και δεν κατόρθωσαν να εκτοπίσουν το παντελόνι και το γραβάτα.

Οι αλλαγές που σημειώθηκαν στη μορφολογία της γλώσσας ανιχνεύονται με περισσότερη δυσκολία, καθώς δεν μπορούμε να βασιστούμε πάντα στις παλαιότερες πηγές. Υπάρχουν όμως ενδείξεις αnό τις αρχές του 19ου αι. ότι στη γενική του πληθυντικού τα αρσενικά παροξύτονα ουσιαστικά σε -της δεν κατέβαζαν τον τόνο στη λήγουσα (βρίσκουμε τύπους όπως των κλέφτων και των Φαναριώτων σε κείμενα όπου αποδίδεται πιστά η προφορική γλώσσα αnό λογίους, όπως ο Αθανάσιος Χριστόnουλος). τούτο το φαινόμενο, που αντιβαίνει προς τους κανόνες και της αρχαίας και της σύγχρονης ελληνικής, δείχνει ότι ο σημερινός τύπος (κλεφτών, Φαναριωτών) έχει «διορθωθεί» σύμφωνα με τη γραμματική της αρχαίας. Ο τύπος της γενικής του ενικού σε -τος από ουδέτερα ουσιαστικά σε -μα (του πράγματος αντί του απαρχαιωμένου πια προφορικού τύπου του πραμάτου) αποτελεί άλλο ένα στοιχείο που επανεισήχθη στην προφορική γλώσσα είτε από την αρχαία είτε από την καθαρεύουσα. Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα αποτελεί και η κλίση των θηλυκών ουσιαστικών όπως η κυβέρνηση. Παλαιότερα η προφορική γλώσσα ήξερε μόνο τύπους όπως η/τη βάφτιση, της βάφτισης, οι/τις βάφτισες, Σήμερα, όμως, κανείς δεν παραξενεύεται από την κλίση η/την κυβέρνηση, της κυβέρνησης, οι/τις κυβερνήσεις, των κυβερνήσεων, όπου οι τύποι του ενικού προέρχονται από την προφορική παράδοση, ενώ οι τύποι του πληθυντικού μπήκαν στην προφορική γλώσσα σχετικά πρόσφατα από την καθαρεύουσα. αυτή η κλίση, λοιπόν, αποτελεί παράδειγμα υβριδίου που πολιτογραφήθηκε επιτυχώς στην προφορική γλώσσα. χρειάστηκε όμως καιρός για να γίνει γενικά αποδεκτή, Πριν από τριάντα χρόνια οι περισσότεροι μορφωμένοι Έλληνες έλεγαν ακόμα της κυβερνήσεως και όχι της κυβέρνησης.


Τη συνύπαρξη στοιχείων από την παλαιά προφορική γλώσσα και από τη γραπτή λόγια παράδοση τη συναντούμε και στη λεγόμενη «διφυΐα» του φωνολογικού συστήματος της σημερινής κοινής γλώσσας. Ενώ τα συμφωνικά συμπλέγματα χτ και φτ δεν εμφανίζονταν στην αρχαία και στην καθαρεύουσα, τα δε συμπλέγματα κτ, χθ, φθ και σχ αποκλείονταν από την ακραία δημοτική του Ψυχάρη και των οπαδών του, σήμερα μιλάμε για το δίχτυ των ψαράδων και το σιδηροδρομικό δίκτυο της Ελλάδας. Και τα δύο ουσιαστικά (δίχτυ και δίκτυο) προέρχονται από την ίδια αρχαία λέξη, αλλά το πρώτο κληροδοτήθηκε στη Νέα Ελληνική με τελείως φυσικό τρόπο, μέσα από την προφορική παράδοση, ενώ το δεύτερο εισήχθη στην προφορική γλώσσα από τη λόγια γραπτή παράδοση. Την ίδια φωνολογική και μορφολογική διφυΐα παρατηρούμε και στα ζεύγη καταφέρνω -κατάφερα και μεταφέρω -μετέφερα (το δεύτερο με εσωτερική αύξηση, το πρώτο αναύξητο). τέτοια ζεύγη πιθανόν να συνυπήρχαν ήδη το 1800 στην κοινή προφορική γλώσσα, αλλά η καθαρεύουσα και η δημοτική του 19ου αι. επιχείρησαν να εξαλείψουν είτε το πρώτο είτε το δεύτερο από τα δύο αυτά ρήματα.

Άλλα στοιχεία που μαρτυρούν την επίδραση της γραπτής γλώσσας αποτελούν η μετοχή του ενεστώτα (η απαιτούμενη ακρίβεια) και ο αναδιπλασιασμός σε ορισμένους τύπους της μετοχής του παρακειμένου (πεπεισμένος), που χρησιμοποιούνται σήμερα στην κοινή γλώσσα έπειτα από 1500 χρόνων απουσία από τον προφορικό λόγο.

Τύποι του ρήματος που επικρατούν πλέον στην Αθήνα, όπως το μίλαγα (αντί μιλούσα) και καθόντουσαν (αντί κάθονταν, κ.ά.), σπάνια εμφανίζονται σε κείμενα πριν από τον 20ό αι, και ακόμα και σήμερα δεν έχουν γίνει γενικά αποδεκτοί σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας, όπως π.χ. στη Θεσσαλονίκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η γραμματική του Τριανταφυλλίδη είτε αγνοεί τους τύπους αυτούς είτε τους αναφέρει μόνο σε υποσημειώσεις, επιχειρώντας φανερά (αλλά μάταια) να τους παραμερίσει. Όσο για τον παρακείμενο, οι τύποι έχω με απαρέμφατο (έχω έρθει) εισήλθαν και αυτοί αρκετά όψιμα στην κοινή προφορική γλώσσα. Μολονότι αυτός ο σχηματισμός του παρακειμένου υπήρχε στην Πελοπόννησο ήδη τον 14ο αι., τον συναντάμε πολύ σπάνια σε κείμενα του 19ου αι. (δεν εμφανίζεται ούτε μια φορά, λόγου χάρη, στα γραπτά του Μακρυγιάννη). Ακόμα και σήμερα δεν χρησιμοποιείται σε πολλές διαλέκτους, όπως π.χ. στην Ποντιακή, στην Κρητική και στην Κυπριακή (στο βαθμό, βέβαια, που αυτές οι διάλεκτοι παραμένουν ανεπηρέαστες από την Αθηναϊκή γλώσσα).

Πέρα από τις τεράστιες διαφορές που χωρίζουν την καθαρεύουσα του 19ου αι. από τη σημερινή γραπτή γλώσσα, οι ορθογραφικές μεταρρυθμίσεις, που έγιναν κατά καιρούς (η κατάργηση των πνευμάτων και της πολυτονίας, καθώς και ορισμένες «απλοποιήσεις»), προκάλεσαν κι αυτές χάσμα ανάμεσα στην οπτική εικόνα της Ελληνικής του 1821 και της σημερινής γραπτής γλώσσας. Αυτό το χάσμα γίνεται φανερό από την αντιπαράθεση δύο εκδοχών ενός αποσπάσματος από τον Διάλογο του Σολωμού: η πρώτη δίνει την εικόνα που το κείμενο παρουσίασε στην αρχική του έκδοση {1859), ενώ η δεύτερη δείχνει μια μονοτονική και ορθογραφικά απλουστευμένη εκδοχή:
«Καί αυταίς η λέξες είναι η ίδιαις, με ταίς οποίαις βρίσκεις γραμμένη τη Βοσκοπούλα, ποίημα, οπού δεν είναι γυναίκα νά μή γνωρίζη, καί έχει ‘ς τή ράχη του χρόνους διακόσιους».
«Και αυτές οι λέξεις είναι οι ίδιες, με τες οποίες βρίσκεις γραμμένη τη Βοσκοπούλα, ποίημα, οπού δεν είναι γυναίκα να μη γνωρίζει, και έχει στη ράχη του χρόνους διακόσιους».
Λίγες ευρωπαϊκές γλώσσες παρουσιάζουν τόσο εμφανείς ορθογραφικές αλλαγές σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.

Τελειώνοντας, θα προσπαθήσω να απαντήσω στο αγωνιώδες ερώτημα: βρίσκεται η Ελληνική γλώσσα σήμερα πράγματι σε κρίση; Έχει γίνει κοινός τόπος να λέγεται και να γράφεται ότι η Ελληνική γλώσσα κινδυνεύει α. από την αδυναμία της να ανταγωνιστεί τη χρήση της Αγγλικής, β. από την εισβολή αναφομοίωτων ξένων λέξεων που σφηνώθηκαν στο σώμα της χωρίς να προσαρμοστούν φωνολογικά και μορφολογικά στους κανόνες της (ασανσέρ, νάιλον, πάρκιν, κομπιούτερ, κλπ.), και γ. από τους ίδιους τους χρήστες της, ιδίως τους νέους.

Είναι φανερό ότι στο μέλλον, εφόσον η Αγγλική συνεχίσει να είναι παγκοσμίως η κυρίαρχη γλώσσα, όλο και περισσότεροι Έλληνες (και όχι μόνο) θα υποχρεώνονται να γίνουν δίγλωσσοι, χρησιμοποιώντας την Αγγλική για την επικοινωνία με τον ξένο κόσμο (είτε διαπροσωπικά είτε διαμέσου του διαδικτύου των ηλεκτρονικών υπολογιστών) και τη μητρική τους γλώσσα για την επικοινωνία με τους ομογλώσσους τους. Είναι εξίσου αναπόφευκτο η Ελληνική γλώσσα να δεχτεί στους κόλπους της πλήθος ξένες λέξεις, όπως έχει ήδη συμβεί από την απώτερη αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Όσο για τη χρήση της από τη νέα γενιά, έχω την εντύπωση ότι οι περισσότεροι νέοι είναι «δίγλωσσοι», με την έννοια ότι χειρίζονται δύο διαλέκτους της Ελληνικής. τη μια τη χρησιμοποιούν στις παρέες τους με άλλα παιδιά της ηλικίας τους, ενώ την άλλη τη φυλάσσουν για τις κατάλληλες περιστάσεις (όταν συνομιλούν με μεγάλους και ιδίως όταν γράφουν).


Είναι, ωστόσο, αλήθεια ότι ιδίως οι νέοι βομβαρδίζονται από διάφορα μηνύματα προερχόμενα από τηλεοπτικά κανάλια (ελληνικά και ξένα), το βίντεο, τη ροκ μουσική και γενικά την πολυεθνική βιομηχανία μαζικής κουλτούρας, η οποία παράγει ένα διεθνές πλέγμα από πολιτιστικά προϊόντα προορισμένα για τους νέους, στην προσπάθειά της να τους καταστήσει αιχμαλώτους διαφόρων εμπορικών και ιδεολογικών συμφερόντων. Οι εκτυφλωτικές και εναλλασσόμενες με αστραπιαία ταχύτητα εικόνες που προβάλλονται στη μικρή οθόνη (TV και Η/Υ) και οι αμείλικτα επαναλαμβανόμενοι εκκωφαντικοί ήχοι της σύγχρονης μουσικής απειλούν όχι μόνο την Ελληνική γλώσσα, αλλά και όλες τις γλώσσες - ίσως και την ελευθερία της ανθρώπινης σκέψης.
__________________
όταν γράφεται η ιστορία της ζωής σου,
μην αφήνεις κανέναν να κρατάει την πένα
Απάντηση με παράθεση