Θέμα: Ηλέκτρα
Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #2  
Παλιά 17-10-07, 09:18
Το avatar του χρήστη Xenios
Xenios Ο χρήστης Xenios δεν είναι συνδεδεμένος
Administrator
 

Τελευταία φορά Online: 12-11-16 10:12
Φύλο: Άντρας
Μέρος 2ο

ΟΡΕΣΤΗΣ
Και αν ήρχετο πώς θα ήτο δυνατόν να σκοτώση τους δολοφόνους
του πατέρα του;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Απλούστατα! Αν τολμήση να κάμη εις αυτούς ό, τι εκείνοι
ετόλμησαν εις τον πατέρα του.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Και θα είχες τάχα το θάρρος να σκοτώσης μαζύ του την μητέρα
σου;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ναι! με τον ίδιον μάλιστα πέλεκυν που εσκοτώθηκεν ο πατέρας
μου.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Να ειπώ αυτά εις τον αδελφό σου για βέβαια από μέρους σου;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ας πεθάνω, αφού πρώτα χύσω επάνω μου το αίμα της μητέρας μου.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Αχ! αν ήταν ο Ορέστης εδώ να άκουε αυτά τα λόγια!

ΗΛΕΚΤΡΑ
Αλλά ξένε, δεν θα τον εγνώριζα, και να τον έβλεπα ακόμη.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Αυτό δεν είναι διόλου παράξενον° είσθε παιδιά και οι δύο, όταν
εχωρισθήκατε.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ένας μόνον ημπορούσε να τον αναγνωρίση από όσους μου είναι
αφωσιωμένοι.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Μήπως εκείνος, που λέγουν ότι τον έσωσεν, όταν ο Αίγισθος ήθελε
να τον σκοτώση;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ναι! ο γέρο-παιδαγωγός του πατέρα μας.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Και έχει άραγε μνήμα ο αποθαμμένος πατέρας σου;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Τον έθαψαν όπως όπως, αφού τον επέταξαν από το σπίτι του.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Αλλοίμονο! τι λέγεις; Φυσικόν, βλέπεις, είναι να λυπήται κάθε
άνθρωπος και με ξένους πόνους... Ειπέ μου όμως για να διηγηθώ εις
τον αδελφό σου τας θλιβεράς αυτάς πληροφορίας που πρέπει να μάθη.
Ο βάναυσος δεν αισθάνεται ευσπλαχνίαν° το αίσθημα αυτό υπάρχει
μόνον εις τον ανεπτυγμένον άνθρωπο, και βέβαια ένας τέτοιος δεν
ακούει χωρίς πόνο τα δίκαια παράπονα του άλλου.

ΧΟΡΟΣ
Και η ιδική μου η ψυχή ποθεί τα ίδια να ακούση, γιατί κατοικώ
μακρυά από την πόλι και δεν ηξεύρω τα κακά που γίνονται μέσα εις
αυτήν! Τώρα λοιπόν ήθελα να μάθω και εγώ!...

ΗΛΕΚΤΡΑ
Τότε, αφού πρέπει, θα τα ειπώ, και πράγματι πρέπει να ειπώ εις ένα
φίλο τας πικράς περιπετείας εμού και του πατέρα μου! Παρακαλώ
λοιπόν, ξένε, διηγήσου εις τον Ορέστην τα δυστυχήματά μας° πρώτον
τι φορέματα φορώ, την ρυπαρότητα όπου ζω, και το σπίτι όπου μένω,
έπειτα από τα βασιλικά μέγαρα όπου εκαθήμην άλλοτε... Υφαίνω με
τα ίδια χέρια μου τα ρούχα μου, αλλέως θα μείνω γυμνή και
υστερημένη, φέρνω η ίδια από τον ποταμό νερό, μακρυά από τας
εορτάς και τους χορούς, υπανδρευμένη και όμως παρθένος...
Απαρνούμαι ακόμη και τον Κάστορα τον συγγενή μας, με τον
οποίο με είχαν αρραβωνιάση πριν ακόμη γίνει θεός, και η μητέρα μου
κάθεται επάνω εις Φρυγικά λάφυρα σε θρόνο, και γύρω από το
κάθισμά της στέκονται Ασιαναί δούλαι που ηχμαλώτισε ο πατέρας
μου, ζωσμέναι με χρυσάς πόρπας τα φορέματά των.
Το μαύρον αίμα του πατέρα μας σαπίζει ακόμη εις τους τοίχους, ο
δε δολοφόνος του εμβαίνει αυθάδης εις τα πολεμικά αμάξια του και
αλαζονεύεται κρατών εις τα κακούργα χέρια του το σκήπτρο με το
οποίον εκείνος άλλοτε εστρατηλάτει τους Έλληνας...
Ο καταφρονημένος τάφος του Αγαμέμνονος ούτε αφιερώματα είδε
ποτέ, ούτε κλωνάρι μυρσίνης° η φωτιά όπου εκάη μένει χωρίς
στολίσματα, όταν δε μεθύση ο ένδοξος άνδρας της μητέρας μου, πηδά
καθώς λέγουν, εις τον τάφο, και κτυπά με πέτρες το λίθινο μνήμα και
τολμά να λέγη για μας: «Πού είναι ο υιός σου ο Ορέστης; Ωραία
υπερασπίζεται το μνήμα σου!...»
Έτσι τον υβρίζει ενώ αυτός είναι μακρυά... Αλλά σε παρακαλώ,
ξένε, διηγήσου του όλα αυτά!... Πολλοί του τα μηνούν, και τα λόγια
των διερμηνεύω εγώ... εγώ ναι!... τα χέρια μου , η γλώσσα μου, ο
δυστυχισμένος νους μου, το ξυρισμένο κεφάλι μου, και ο πατέρας του
ο ίδιος ακόμη!... Διότι βέβαια θα είναι άξιο περιφρονήσεως, ο πατέρας
του να νικήση τους Φρύγας, και εκείνος νέος και από τέτοιο γένος να
μη ημπορέση να σκοτώση ένα μόνον άνθρωπον!...

ΧΟΡΟΣ
Βλέπω τον άνδρα σου να επιστρέφη εις το σπίτι, αφού ετελείωσε
τας εργασίας του.

ΓΕΩΡΓΟΣ (εισερχόμενος)
Τι ξένοι είναι αυτοί εμπρός εις το σπίτι μου; Και γιατί ήλθαν εδώ
τόσο μακράν εις αυτό το χωρικό σπίτι;
Εμένα θέλουν βέβαια, γιατί δεν αρμόζει εις τις γυναίκες να
στέκωνται με νέους άνδρας.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ω! αγαπητέ μου, μη βάλης υποψίαν εις τον νου σου... θα μάθης
αμέσως τι συμβαίνει. Οι ξένοι αυτοί μου φέρουν μηνύματα από τον
Ορέστην... Συγχωρήσατε, ξένοι, τα λόγια του ανδρός μου.

ΓΕΩΡΓΟΣ
Και τι νέα φέρουν; Ζη ακόμα και βλέπει το φως;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Έτσι λέγουν και τους πιστεύω.

ΓΕΩΡΓΟΣ
Ενθυμείται άραγε τον πατέρα του και τα δυστυχήματά του;


ΗΛΕΚΤΡΑ
Ελπίζω! Είναι όμως ανίσχυρος φυγάς.

ΓΕΩΡΓΟΣ
Και τι μηνύματα μας φέρουν από τον Ορέστην;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Τους έστειλε να ιδούν τα δεινοπαθήματά μου!

ΓΕΩΡΓΟΣ
Τότε μερικά τα βλέπουν, και τα άλλα βέβαια τα λέγεις
η ίδια.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Τα ηξεύρουν όλα, τους επληροφόρησα για όλα.

ΓΕΩΡΓΟΣ (προς τους ξένους)
Τότε αυτή η θύρα έπρεπε πολύ πρωτήτερα ν’ ανοιχθή για σας.
Ορίστε μέσα!... Θα σας φιλοξενήσωμεν για τας καλάς ειδήσεις σας,
όπως ημπορούμεν καλλίτερα, εις το σπίτι μας! Σεις, υπηρέται, φέρετε
τα πράγματά των μέσα... Μην αρνηθήτε, αγαπητοί, που έρχεσθε από
αγαπητόν άνθρωπο, διότι, αν και είμαι πτωχός, δεν θα μ’ ευρήτε και
αγενή.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Μα τους θεούς! αυτός είναι που σ’ εσεβάσθηκε για να μη
εντροπιάση τον Ορέστη;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Αυτός είναι ο σύζυγός μου, της δυστυχισμένης.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Αι! δεν υπάρχει λοιπόν κανέν διακριτικό της ευγενείας!
Κάποια ατέλεια είναι εις την ανθρώπινη φύσι! Πολλάκις είδα υιόν
από καλό πατέρα να μην αξίζη τίποτε, και άλλοτε πάλι καλά παιδιά
από κακούς γονείς. Είδα ακόμη μικροπρέπειαν εις πλούσιους και
μεγαλοφροσύνην εις πτωχούς. Πώς ημπορεί λοιπόν να κρίνη κανείς
ορθώς;
Από τον πλούτο τάχα; Κακό θα είναι το κριτήριό του. Από την
φτώχεια πάλι; Αλλά και αυτή δεν είναι καλλιτέρα, διότι εις περίστασιν
ανάγκης διδάσκει εις τον άνθρωπο το κακόν... Αλλά να ειπώ άραγε
από τα όπλα; Ποίος όμως ημπορεί να κρίνη μόνον από τα όπλα ποίος
είναι ο ανδρείος; Το καλλίτερον λοιπόν είναι από το να μην υπάρχη
κανείς κανών εις αυτά!
Ο άνθρωπος αυτός ούτε μεταξύ των Αργείων έχει καμμία
σημασίαν, ούτε πλούτον, ούτε λάμψι προγονικού ονόματος. Είναι
απλώς ένας από τον όχλο, και όμως έτυχε να είναι από τους αρίστους.
Ω! σεις, που ευρίσκεσθε εις την πλάνη, γεμάτοι από ματαίας
προλήψεις, δεν θα συνετισθήτε; Δεν θα μάθετε να κρίνετε από τα
λόγια των τους ανθρώπους, και από τον τρόπο του φέρεσθαι στους
ευγενείς; Όπου ευρίσκονται τέτοιοι άνθρωποι, εκεί προοδεύει η
πολιτεία και ο ιδιωτικός βίος, ενώ οι ανόητοι ομοιάζουν με αγάλματα
για στολισμό των πλατειών. Ο εύρωστος δεν είναι ανδρειότερος από
τον αδύνατον εμπρός εις τον εχθρόν, η γενναιότης είναι έμφυτος εις
την ψυχή. Και αυτός όμως, και ο απών υιός του Αγαμέμνονος, δια τον
οποίον είμεθα εδώ, είναι άνθρωποι άξιοι πάσης τιμής.
Δεχόμεθα την φιλοξενία σας! Ελάτε μέσα εις το σπίτι, υπηρέται.
Εγώ προτιμώ να φιλοξενούμαι εγκαρδίως από ένα πτωχό, παρά χωρίς
όρεξιν από ένα πλούσιο!
(Προς την Ηλέκτραν)
Και επαινώ μεν την υποδοχή του ανθρώπου αυτού, θα επροτιμούσα
όμως να μ’ εφιλοξένει ο αδελφός σου ευτυχισμένος, εις ευτυχισμένο
σπίτι. Ίσως όμως τούτο κάποτε γίνει, διότι του Απόλλωνος οι
χρησμοί είναι αληθινοί, ενώ τα λόγια των ανθρώπων, εγώ
τουλάχιστον, ούτε καν τα προσέχω.

ΧΟΡΟΣ(προς την Ηλέκτραν)
Τώρα αισθάνομαι πιο ζεστή την καρδιά μου. Ίσως με ολίγον
καιρό αλλάξη η τύχη σου.

ΗΛΕΚΤΡΑ (προς τον Γεωργόν)
Γιατί τώρα, δυστυχισμένε, να δεχθής να φιλοξενήσης ξένους
καλλιτέρους σου, ενώ ήξευρες καλά την φτώχεια του σπιτιού σου;

ΓΕΩΡΓΟΣ
Και γιατί; Αν είναι πράγματι, όπως φαίνονται, ευγενείς, θα
ευχαριστηθούν και με τα ολίγα όπως και με τα πολλά.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Τέλος πάντων, αφού πτωχός είσαι και το σφάλμα έκαμες, πήγαινε
εις τον γέροντα παιδαγωγό του αγαπητού μου πατέρα, που κατοικεί εις
τον ποταμόν Ταναόν εις τα όρια Σπάρτης και Άργους βόσκων
εξόριστος πρόβατα, και ειπέ του να έλθη εδώ να ετοιμάση κάτι δια να
φάγουν οι ξένοι. Εκείνος θα ευχαριστηθή πολύ και θα ευχαριστήση
τους θεούς, όταν ακούση ότι ζη το παιδί που έσωσεν άλλοτε!
Από το πατρικό μας σπίτι, βλέπεις, η μητέρα μου δεν θα μας έδιδε
τίποτε και θα της εφέραμε μάλιστα κακήν είδησιν, αν εμάνθανε, η
ελεεινή, ότι ζη ακόμη ο Ορέστης.

ΓΕΩΡΓΟΣ
Αφού θέλεις, θα τα είπω αυτά εις τον γέροντα, συ όμως πήγαινε
όσον το ταχύτερο μέσα και ετοίμαζε ό, τι χρειάζεται. Μια νοικοκυρά,
όταν θέλη, ημπορεί να εύρη πολλά κατάλληλα για φαγητό και
υπάρχουν αρκετά ακόμη εις το σπίτι, ώστε να χορτάσουν μιαν ημέραν
οι ξένοι μας. Εις τέτοιας περιστάσεις παραδέχομαι ότι τα χρήματα
έχουν μεγάλη χρησιμότητα! Περιποιείται κανείς τους ξένους του και
αν ασθενήση εξοδεύει και γίνεται καλά. Η καθημερινή όμως τροφή
δεν ευρίσκω να έχη μεγάλη σημασία, διότι και ο πλούσιος και ο
πτωχός δεν διαφέρουν, όταν είναι χορτάτοι.(Εξέρχεται)

ΧΟΡΟΣ
Υπερήφανα πλοία, όσα ποτέ επήγατε με τα αμέτρητα κουπιά εις
την Τροίαν χορεύοντα μαζί με τας Νηρηΐδας, όταν τα φιλόμουσα
δελφίνια κολυμβώντα δίπλα εις τα μαύρα έμβολα των πλοίων
επρόπεμπαν τον ελαφρόποδο Αχιλλέα τον υιό της Θέτιδος με τον
Αγαμέμνονα δια τας ακτάς της Tρωάδος εις τον Σιμόεντα ποταμό!...
Αι Νηρηΐδες άφησαν τα περιγιάλια της Ευβοίας και έφεραν από τα
χρυσά αμόνια του Ηφαίστου τα καλοδουλεμμένα όπλα, προσπαθούσαι
να εύρουν μέσα εις το Πήλιον και τα δάση των κορυφών της ιεράς
Όσσας, όπου αι νύμφαι έχουν τας σκοπιάς των, που ανέτρεφεν ο
ιππότης Πηλεύς την δόξαν της Ελλάδος, τον γρήγορον υιόν της
θαλασσίας Θέτιδος!
Εις τον λιμένα του Ναυπλίου κάποιος επιστρέψας από το Ίλιον
περιέγραφε, ω υιέ της Θέτιδος, τα εμβλήματα της ενδόξου ασπίδος
σου, που ήσαν φόβος δια τους Φρύγας!
Εις τον εξωτερικό κύκλον εφαίνετο ο Περσεύς, πετών επάνω εις
την θάλασσα με τα πτερωτά του πέδιλα, και κρατών την κεφαλήν της
Γοργόνος μαζί με τον Ερμήν τον αγγελιοφόρο του Διός, τον υιόν της
Μαίας, τον προστάτη των εξοχών.
Εις το μέσο της ασπίδος έλαμπεν ο φωτεινός δίσκος του ηλίου με
τους πτερωτούς ίππους του, και οι ουράνιοι χοροί των άστρων, αι
Πλειάδες και αι Υάδες, φόβητρα του Έκτορος.
Επάνω εις το χρυσοστόλιστο κράνος του ήσαν καλλίφωνοι Σφίγγες
κρατούσαι εις τα νύχια τα θύματά των.
Εις τον θώρακα, με τον οποίο εσκέπαζε τα πλευρά του, εξώρμα
πυρίπνους και γαμψώνυχος Χίμαιρα, βλέπουσα εις τον αέρα τον
Πήγασον, και εις το φονικό ξίφος του έτρεχαν καλπάζοντα άλογα,
γύρω από τα οποία ανεσηκώνετο μαύρος κονιορτός!
Τέτοιων ανθρώπων στρατηλάτην εσκότωσες, κόρη του Τυνδάρεω,
σκληρά σύζυγος, κακόψυχος γυναίκα, και γι’ αυτό οι θεοί θα σε
τιμωρήσουν και σένα με θάνατο, και ίσως ιδώ το κόκκινο αίμα σου να
χύνεται εις το χώμα!...

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (εισερχόμενος)
Πού είναι η σεβαστή θυγατέρα του κυρίου μου, η κόρη του
Αγαμέμνονος, που ανάθρεψα άλλοτε; Τι δυσκολόβατος είναι ο δρόμος
του σπιτιού σας, προπάντων για ένα γέροντα σαν εμένα.
Για να ευχαριστήσω όμως τους φίλους μου πρέπει να σύρω την
σκυμμένη ράχι και τα κλονιζόμενα γόνατά μου. (Βλέπων την
Ηλέκτραν) Ω! κόρη μου! μόλις τώρα σε βλέπω. ‘Ερχομαι να σου
προσφέρω ένα διαλεκτό αρνάκι από τα πρόβατά μου, ψωμιά, τυριά
μόλις βγαλμένα από τα τυροβόλια, και ολίγο παλιό κρασί
μοσχομυρωδάτο, αληθινό θησαυρό του Βάκχου, που φθάνει λιγάκι,
μόνον ένα ποτηράκι, να κάμη άλλο αδύνατο κρασί δυαντό.
Ας φέρουν αυτά τα δώρα εις τους ξένους σας! Εγώ πρώτα θα
σκουπίσω τα δακρυσμένα μάτια μου με τα κουρέλλια που φορώ.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Αλλά γιατί γέροντα αυτά τα δάκρυα; Μήπως σου τα φέρνει η
ανάμνησις των δυστυχιών μου; Λυπείσαι την πικράν εξορία του
Ορέστου, ή τον πατέρα μου που έθρεψες εις τα χέρια σου, ανώφελα
και για σένα και για όσους αγαπάς;

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Αλήθεια! ανώφελα! Μ’ όλον τούτο δεν ημπόρεσα να μην περάσω,
καθώς ερχόμουν, από τον τάφο του πατέρα σου, και επειδή δεν ήταν
κανείς, να πέσω επάνω και να κλάψω. Έχυσα και σπονδάς ακόμη από
το ασκί που έφερα για τους ξένους, και εστόλισα με μυρτιά το
μάρμαρο.
Ηύρα όμως επάνω εις το μέρος της φωτιάς ένα θυσιασμένο μαύρον
αρνί, νεοχυμένο αίμα, και ξανθά μαλλιά αφιερωμένα και απόρησα,
παιδί μου, ποιος ετόλμησε να το κάμη αυτό. Βέβαια όχι κανείς
Αργείος. Ίσως όμως να ήλθε κρυφά ο αδελφός σου και εστόλισε το
περιφρονημένο μνήμα του πατέρα του. Να, κύτταξε τα μαλλιά αυτά.
Παράβαλέ τα με τα ιδικά σου. Δεν έχουν το ίδιο χρώμα; Τις πιο
πολλές φορές όσοι κατάγονται από τον ίδιο πατέρα, του μοιάζουν
πολύ.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Οι λόγοι σου, γέροντα, δεν είναι φρόνιμοι, να υποθέτης ότι ο
αδελφός μου, που είναι παλληκάρι, αν ήρχετο εδώ, ημπορούσε να
κρύπτεται από φόβο του Αιγίσθου! Έπειτα, πώς είναι δυνατό τα
μαλλιά του να ομοιάζουν με τα ιδικά μου;
Εκείνου τα μαλλιά θα είναι νέου ευγενούς που εμεγάλωσε μέσα εις
τας παλαίστρας, ενώ εμένα είναι μαλακά από την περιποίησι. Ώστε
αυτό που λες είναι αδύνατον! Έπειτα πολλοί άλλοι έχουν ίδια μαλλιά,
μολονότι δεν κατάγονται από το ίδιον αίμα.

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Πήγαινε, παιδί μου, και ιδέ εις το χώμα τον τύπο των πεδίλων του,
και κοίταξε αν είναι όμοια με το πόδι σου.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Και πώς είναι δυνατό ν’ αφήση τύπο το πόδι επάνω σε πέτρες;
Αλλά και αυτό ακόμη αν ήτο, μήπως είναι ποτέ όμοια δυο αδελφών
πόδια, ανδρός και γυναικός; Του ανδρός θα είναι πάντοτε μεγαλύτερα.

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Άρα γε, αν ο αδελφός σου ήρχετο εδώ, δεν θα ημπορούσες να τον
γνωρίσης από το πανί των ρούχων που εφορούσε, όταν τον έσωσα, για
να μην τον σκοτώσουν; Εσύ το είχες υφάνη.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Και δεν θυμάσαι ότι εγώ ήμην ακόμη παιδί, όταν έφυγεν ο
Ορέστης από τον τόπον; Αλλά και αν ακόμη τότε ύφαινα, πώς είναι
δυνατό να φορή τώρα που είναι μεγάλος τα ίδια ρούχα, που φορούσε
όταν ήτο μικρό παιδί; Μη τυχόν μεγαλώνουν και τα ρούχα μαζύ με
τους ανθρώπους;
Κάποιος ξένος θα αφιέρωσε από ευσπλαχνία τα μαλλιά του εις τον
τάφο, πιθανόν όμως και κανείς εντόπιος να εξεγέλασε τους φρουρούς
και να το έκαμε.

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Πού είναι όμως οι ξένοι σου; Θέλω να τους ιδώ, να ερωτήσω για
τον αδελφό σου.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Να τοι!... αυτοί που έρχονται γρήγορα από μέσα.

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Φαίνονται να είναι από καλό γένος... αυτό όμως συχνά ξεγελά.
Πολλοί, μολονότι από καλήν οικογένειαν, είναι κακοί! Ας είναι όμως!
Χαιρετώ τους ξένους!

ΟΡΕΣΤΗΣ
Χαίρε γέροντα! Από ποιο φιλικό σπίτι, Ηλέκτρα, έρχεται ο
γέροντας αυτός του παλαιού καιρού;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Αυτός, ξένε, ανάθρεψε τον πατέρα μου!

ΟΡΕΣΤΗΣ
Πώς; Αυτός είναι που εφυγάδευσε τον αδελφό σου;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ναι! Αυτός εδώ τον έσωσε... αν ζη ακόμη...

ΟΡΕΣΤΗΣ
Αλλά γιατί με κυττάζει έτσι, σαν να εξετάζη ασημένιο νόμισμα αν
είναι αληθινό;... ή μήπως τυχόν ευρίσκει ότι ομοιάζω με κανένα;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ίσως από ευχαρίστησιν ότι βλέπει ένα φίλον του Ορέστου.

ΟΡΕΣΤΗΣ
Πράγματι, φίλος μου είναι, αλλά γιατί τριγυρίζει έτσι γύρω μου;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Και εγώ το βλέπω, ξένε, και απορώ.

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Ω, κόρη μου Ηλέκτρα, ευχαρίστησε τους θεούς!

ΗΛΕΚΤΡΑ
Αλλά γιατί; Για το παρόν ή για το παρελθόν;

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Για την ευτυχία που σου στέλνουν!

ΗΛΕΚΤΡΑ
Έστω! Ευχαριστώ τους θεούς. Τώρα όμως ειπέ μου γιατί;

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Κύτταξε, παιδί μου, τον αγαπημένο μας αυτόν!

ΗΛΕΚΤΡΑ
Από πολύ καιρό φοβούμαι ότι δεν είσαι πια εντελώς εις τα λογικά
σου.

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Δεν είμαι λοιπόν στα λογικά μου, όταν βλέπω τον αδελφό σου;

ΗΛΕΚΤΡΑ
Τι ανέλπιστο πράγμα είπες, γέροντα;

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Λέγω ότι βλέπω τον Ορέστην, τον υιό του Αγαμέμνονος.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Και από τι τον αναγνωρίζεις, να βεβαιωθώ και ’γώ;

ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ
Από την πληγήν εις τα φρύδια, που έπαθε άλλοτε εις το πατρικό
σας σπίτι, όταν έπεσε εκεί που εκυνηγούσατε μαζύ ένα ελαφάκι.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Είναι δυνατό; Πράγματι, βλέπω το σημείο του πεσίματος.
__________________
όταν γράφεται η ιστορία της ζωής σου,
μην αφήνεις κανέναν να κρατάει την πένα
Απάντηση με παράθεση