Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #12  
Παλιά 26-03-17, 21:57
Το avatar του χρήστη Easty
Easty Ο χρήστης Easty δεν είναι συνδεδεμένος
ό,τι προλάβουμε
 

Τελευταία φορά Online: 28-12-23 16:56
Φύλο: Άντρας
Και ίσταται εκεί επάνω με τα ευρέως κολπούμενον υποκάμισόν του, αρχηγός, διευθύνων εκείθεν την συμπλοκήν.

Η σκούνα, παλαίουσα, σκιρτά μετά ρώμης επί των κυμάτων, αντιπαρερχομένη, αναβαίνουσα, καταβαίνουσα, υψούσα τεραστίως την πρώραν της, στάζουσαν από του ιδρώτος, θαρρείς, με το μπαστούνι της προτεταμένον ως δόρυ μέγα, βριθύ, Αθηναίης δόρυ, ενώ η πρύμνη της, με τα υψηλά δρύφακτα, κατέρχεται προς τον ανοιγόμενον πόντον, βαρεία, να ταφή, νομίζεις, εκεί, εις λάκκον απρόσιτον, ανοιγέντα ένθεν κ' ένθεν. Και πάλιν αίφνης ιδού, ω τεραστία απόλαυσις! η πρύμνη ανέρχεται υψηλά, μετέωρος, να πετάξη, θαρρείς, προς τάστρα, ενώ ήδη η πρώρα βυθίζεται κάτω κατά του κύματος εμπήγουσα ως φάσγανον μέγα τον αρειμάνιον θαλασσομάχον της εις την καρδίαν του πόντου, να τον φονεύση εκεί, και ανοίγουσα δρόμον προχωρεί, πολεμιστής αγαθός, με τα μούτρα ορμώσα, τυφλή θεότυφλη, αψηφούσα τον θάνατον.

Η μάχη είναι ατελείωτος. Αι αυταί κινήσεις επαναλαμβάνονται αδιακόπως, επάλληλοι, κανονικαί, ζαλίζουσαι. Ενώ ο ουρανός αστροβολών ανέρχεται και κατέρχεται και αυτός, κατά τας κινήσεις μας, ως δίσκος απέραντος, ως να σύρη αυτόν και απολύη, αόρατος χειρ δι' αοράτων ελατηρίων, από των ιστών της σκούνας αναρτηθέντων.

Έρχονται στιγμαί που φοβείσαι μήπως όλον εκείνο το τεχνητόν πύργωμα αναρπαγή ως τι κούφον αερόστατον. Και όμως εκείνο, το οποίον μόλις, ως πτερόν θα διακρίνηται εν μέσω του πελάγους, παλαίει ακατάβλητον. Ίσταται μαχόμενον. Νικά και φεύγει. Φυλαττόμενον από τας απείρους ενέδρας διά της δεξιάς πηδαλιουχίας, θέτει την πρώραν του εις ωρισμένην διεύθυνσιν και προβαίνει εις το σκότος ως εν φωτί.

Πάντες αγρυπνούσιν.

Οι ναύται, γυμνόποδες, ίστανται ένθεν και ένθεν παρά τα μαντάρια, έτοιμοι εις πάσαν διαταγήν. Ο σκοπός ακίνητος εν τη πρώρα θεωρεί πάντοτε εμπρός, λησμονήσας και το τραγούδι του νυν, συμμαζευμένος μέσα εις την γούναν του, κατάβροχος, κρατούμενος καλώς μη αναρπαγή, κτυπώμενος συνεχώς υπό των κυμάτων ως να θέλουν να τον ρίψουν κάτω από την σκοπιάν του, τον φύλακα τον άγρυπνον, κ' εν εφόδω εισορμήσωσιν είτα.

Καταβληθείς υπό της αγρίας συγκινήσεως κατήλθον κάτω εις το πρυμναίον. Το πάτωμα ως ξεκλειδωμένον ανέβαινε και κατέβαινε προς τας κινήσεις του πλοίου, χορεύον τον ίλιγγον — είδος θαλασσινού χορού — ότε ο άπειρος παραπαίει και σαλεύει ως ο μεθύων. Η βοή του ανέμου η βραχνή μόνη έφθανε κάτω διά της θυρίδος του ταμπουκιού ακλόνητος. Το πηδάλιον βιαίως συγκρατούμενον εν τη θέσει του, επάλαιε κατά της σιδηράς ορμής της θαλάσσης κ' εκρότει, κάπου συγκρουόμενον, ως του χαλκέως η σφύρα επί του άκμονος, να απελευθερωθή, θαρρείς, από των ορειχαλκίνων βελονίων του.

Ο πλοίαρχος, κατελθών προς στιγμήν, ήναψε σιγάρον, σκυθρωπός, αμίλητος. Και πάλιν ανήλθεν επί του καταστρώματος σκυθρωπός, αμίλητος. Ο μικρός Γιαννάκης, κατελθών και αυτός, άπειρος προς τον κίνδυνον, ήνοιξε μικρόν κιβωτίδιον, έλαβε και έρριψεν εις τον ευρύν κόλπον του οπώρας τινάς φυλαγμένας εκεί, και ανήλθε δάκνων οπώραν και οποψελλίζων ως πτηνόν:

από ξένον τόπο κι' απ' αλαργινό . . γιάλα-γιάλα . . .

(συνεχίζεται...)
__________________
Ό,τι προλάβουμε
Απάντηση με παράθεση